για την έκθεση ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΕΝ ΕΡΓΩ από την ΄Αννα Χατζηγιαννάκη
Όταν άκουσα τον Κωστή Τριανταφύλλου να λέει ότι κάνει γλυπτική με τον κεραυνό, η πρώτη σκέψη μου ήταν ότι χρησιμοποιώντας το "θεϊκό εργαλείο" επιχειρεί ύβρη, με την αρχαία ερμηνεία, δηλαδή ανατροπή. Όταν όμως είδα έργα του κατάλαβα ότι προχωράει πέραν της ανατροπής. Φέρνει τον κεραυνό του στις Πλαστικές Τέχνες ως συγκροτημένη πρόταση, η οποία μάλιστα κομίζει καινά δαιμόνια στο υλικό, στη φόρμα και στη νοητική προσέγγιση. Το νέο υλικό που προτείνει, είναι το ενεργειακό πεδίο του ηλεκτρονικού κεραυνού.
Η φόρμα που εισηγείται και η οποία περιλαμβάνει και την τέταρτη διάσταση, το Χρόνο, είναι οι άπειρες, απρόβλεπτες και στιγμιαίας διάρκειας ηλεκτρικές εκκενώσεις, των οποίων η ένταση και η συχνότητα, καθορίζονται από την αλληλεπιδραστική σχέση έργου και θεατή, μέσα στο ενεργειακό πεδίο. Η διαδικασία της νοητικής προσέγγισης αρχίζει από την ανατροπή του πανάρχαιου ανακλαστικού φόβου για τον κεραυνό, και καταλήγει πρόταση για την "φωτεινή" πλευρά του κεραυνού, ως ανεξερεύνητου ακόμα ζωοποιού φαινομένου, το οποίο εκδηλώνεται απρόβλεπτα, όπου χρειάζεται, για να σταθεροποιήσει το ηλεκτρικό πεδίο του πλανήτη, και να εξασφαλίσει τη συνέχιση της ζωής. Όχι ως θεία δίκη αλλά ως από μηχανής θεός.
Για να διατυπώσει τη νοητική προσέγγιση, χρησιμοποιεί αρχετυπικό εικαστικό λεξιλόγιο. Ο ηλεκτρονικός κεραυνός που κατασκευάζει ο ίδιος, με τη χρήση σύγχρονης τεχνολογίας, αποτελεί ευθεία αναφορά στο αρχετυπικό σύμβολο του κεραυνού, μια εικόνα του συλλογικού υποσυνείδητου, αναγνωρίσιμη διαπολιτισμικά και διαχρονικά.
Η αναπαραγωγή σε μικροκλίμακα του φυσικού φαινομένου του κεραυνού, με αισθητικές προδιαγραφές εικαστικού περιβάλλοντος, είναι έργο δύο όψεων: Αυτό που φαίνεται κι αυτό που είναι. Φαίνεται ηλεκτρονικός κεραυνός, είναι ενεργειακό γλυπτό. Αλλά αν προχωρήσουμε παρά πέρα, στην σχέση θεατή και έργου, θα αναγνωρίσουμε τρία επίπεδα ανάγνωσης: Το αισθητά αντιληπτό, το μη αισθητά αντιληπτό και τη σύνθεσή τους.
Το αισθητά αντιληπτό είναι το επίπεδο του έργου που φαίνεται και ακούγεται, δηλαδή ο κεραυνός, ο ήχος που κάνει ο αέρας καθώς σκίζεται από τον κεραυνό και η φέρουσα τον κεραυνό κατασκευή.
Το μη αισθητά αντιληπτό είναι το επίπεδο που "βλέπει" ο φωτογραφικός φακός αποτυπώνοντάς το ως άλω και καταγράφουν τα ειδικά μηχανήματα ήχου ως υπέρηχους και υπόηχους.
Σύνθεση αισθητά αντιληπτού και αισθητά μη αντιληπτού επιπέδου αποτελεί το ηλεκτρικό πεδίο μέσα στο οποίο διαδραματίζεται ο κεραυνός, σε αλληλεπιδραστική σχέση με τον θεατή του έργου. Έτσι, τα ενεργειακά αυτά γλυπτά παραμένουν έργα ανοιχτά, αφού η κίνηση, η θερμότητα, η ανάσα του θεατή επιδρούν στη συχνότητα και την ένταση εμφάνισης του κεραυνού. Όσο για την φέρουσα τον κεραυνό κατασκευή, μπορεί τα υλικά της να είναι δεσμευτικά, αφού καθορίζονται από το αν είναι αγώγιμα ή όχι, αλλά ο προσεκτικός θεατής θα παρατηρήσει ότι αντιστοιχούν στα τέσσερα βασικά στοιχεία, που είναι ο αέρας, η γη, το νερό και η φωτιά. Ο Κωστής κατεβάζει στο μικρόκοσμο και στις διαστάσεις του Ανθρώπου το ουράνιο φαινόμενο, όχι για να το χρίσει αποτρόπαιο σύμβολο όπως θα έκανε ο πρωτόγονος αλλά για να προτείνει με την εικόνα του μια καινούργια σχέση ανάμεσα στη Φύση, την Τέχνη και την Τεχνολογία.
Αυτό που κάνει ο Κωστής είναι να εισάγει το θεατή με τα ενεργειακά γλυπτά του και τις αρχετυπικές τους αναφορές στην περιπέτεια της μέθεξης -της συμμετοχικής επικοινωνίας δηλαδή. Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό σε καιρούς που, συχνά, νοιώθει ο θεατής οργή σαν αυτή του στημένου σε ραντεβού, μπροστά στην αμηχανία της τέχνης τα τριάντα τελευταία χρόνια.
Αννα Χατζηγιαννάκη, Αθήνα, Μάρτιος 1996