Ελισάβετ ΑΡΣΕΝΙΟΥ
Κωστή (Τριανταφύλλου), ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΗΛΕΚΤΡΑ (1971)
Ο Κωστής Τριανταφύλλου είναι ένας καλλιτέχνης πληθωρικός. Επιπλέον, και όχι συνεπώς, δημιουργεί έργα +ολικά, αποτελούμενα ταυτόχρονα από πολλές καλλιτεχνικές «ολικότητες». Και κάθε λόγος για το έργο του τείνει να γίνει πληθωρικός (δεν ξέρω, εάν και +ολικός): πρέπει να είναι και περιγραφικός και ιστορικός και κριτικός και θεωρητικός και πολιτικός συγχρόνως. Αυτό ισχύει σε μεγάλο βαθμό και για τον λόγο περί της Καθημερινής Ηλέκτρας, που συγκεντρώνει συγχρόνως τις αρχετυπικές και καθαρές εκδοχές της βασανισμένης και βασανιστικής συνομώτριας, αλλά και τις ιστορικοποιημένες επαναστατικές της υλοποιήσεις, της συλημένης από βαρβαρότητα σοσιαλίστριας που τελικά επιλέγει την αυτοδυναμία.
Η Ηλέκτρα, η ηρωίδα και των τριών αρχαίων δραματουργών, αλλά και του Χόφμενσταλ, του Ζιρωντού, του Ο’Νηλ, του Σαρτρ, της Γιουσενάρ, του Ρίτσου, του Καμπανέλλη και άλλων εμφανίζεται κι εδώ, και για μια ακόμη φορά μπαίνει στην σκηνή με τη στάμνα και αυτοσυστήνεται. Είναι όμως αυτή μία Ηλέκτρα που μιλάει από αγάπη –μοιάζει πιο πολύ με την Αντιγόνη. Μια αδελφή που θα ευχόταν να έχει ο κάθε εκτελεστής βεντέτας, ο κάθε Όρσο ντελλα Ρέμπια, μία τρυφερή Κολόμπα. Αγαπάει το τραγούδι και έχει επίγνωση της πραγματικότητας.
Η Ηλέκτρα λοιπόν ξεφεύγει από την εμμονική δραματικότητα της τραγωδίας και αποκτά ένα οικείο πρόσωπο. Παύει να είναι τοτέμ και γίνεται άνθρωπος. Επιπλέον, έχει τα χαρακτηριστικά ενός καλλιτέχνη, δεν γερνάει και παίζει παιχνίδια. Αποδέχεται το τέλος ως μέρος της αρχής. Αναγνωρίζει τον ξεπεσμό, την πτώση της τάξης της. Έχει μάθει να ζει ως μη αριστοκράτης και ως «καθημερινή» απολαμβάνει την υπόσταση της νέας ταξικής της συνείδησης, που της προσδίδει αυτονομία, δημιουργικότητα και αγάπη.
Επιπλέον, η Ηλέκτρα υπενθυμίζει στον Ορέστη την ανάγκη ανεύρεσης μία νέας ταυτότητας του εαυτού του, λιγότερο τραγικής. Ο Ορέστης δεν πρέπει να είναι ο Οιδίποδας, ο Χριστός ή ο Χίτλερ. Αυτή η νέα ταυτότητα προβάλλει την δυνατότητα επέμβασης επί της μοίρας και αναγνώρισης της πραγματικότητας: το χρυσό στεφάνι της εξουσίας που μπορεί να εφαρμόζει «πάντοτε σάλλο κεφάλι» είναι μία μύηση σε μία νέα πολιτική συνείδηση, απομακρυσμένη από κάθε κυριαρχικό κεφάλι.
Αυτό το καινούργιο ανθρωπιστικό πρόσωπο θα γεννηθεί στους γνωστούς του δρόμους, τους γεμάτους χιλιάδες κεραυνούς –το σήμα κατατεθέν της εικαστικής δημιουργίας του Κωστή Τριανταφύλλου. Οι κεραυνοί αυτοί, (μαγιάτικοι του 68, αστικοί και υπαίθριοι, γοητευτικοί και τερατώδεις) που συνδυάζουν την εκρηκτική μαγεία της φύσης με την επέμβαση μίας δημιουργικής και επαναστατικής ενέργειας επί της ζωής, δημιουργούν ένα φυσικό, ακαριαίο και δυναμικό πεδίο αλλαγών.
Η κεραυνοβόλος αργοπορημένη έλευση του μετανάστη Ορέστη ως ξένου, με τρυφερή καρδιά και με καλοπροαίρετη αφέλεια, προβλέπεται από την Ηλέκτρα. Η άφιξη του ξένου που πέπρωται να λύσει την ύβρι, αλλά απέχει πια από αυτή είναι κομβική άλλωστε σε κάθε αφήγηση εκδίκησης. Με μια γλώσσα καθημερινή, η πρώην βασιλοπούλα κάνει αντίσταση και προτρέπει προς την αντίσταση (το καλύτερο πούχεις να κάμεις/ είναι ν’ αντισταθείς/ μαζί μ’ όλους εμάς). Η νέα αυτή ακτινοβόλος Ηλέκτρα λύνει τους κόμπους της βαθμιαίας, εγωπαθούς λιβιδινικής αυτοκαταστροφικότητας μέσω της συμμετοχής της σε ένα συλλογικό όραμα: «σε τίποτε δεν άλλαξε η σκλαβιά με τον θάνατο του πατέρα», λέει.
Η επέμβαση του μοναδικού αρχοντόπουλου που μόνον αυτό θα λύσει με την βία την βίαιη κατάχρηση της εξουσίας είναι πια περιττή, αφού τα πράγματα δεν ήταν καλύτερα όσο ο Τύραννος βρισκόταν εν ζωή, ή δεν θα είναι όταν θα πεθάνει. Το βασικό όπλο εναντίον της εξουσίας είναι η δημόσια δήλωση της ταυτότητας: «ό,τι είσαι πέστο ό,τι είναι διαλάλησέ το/ ποια είμαι εγώ;». Το απαραίτητο στοιχείο για την διαμόρφωση του εγώ είναι ο προσδιορισμός όχι μόνον του «ποια είμαι» αλλά και του «ποιοι είμαστε». Η ζωή μετά την σκλαβιά της βίας και της στέρησης ελευθερίας χρειαζόταν λύσεις και στηρίγματα: στην καταπίεση των μειονοτήτων και των λαών, στην αποικιοκρατία, στον βασανισμό και στην θυσία, πρέπει να αντιπροταθεί η αυτοδιάθεση και ο αυτοκαθορισμός.
Ο τρόπος αντίστασης που προτείνει η Ηλέκτρα είναι η καθημερινή αντίσταση στην φθορά. Πρόκειται για το παράδειγμα του καλλιτέχνη επαναστάτη και όχι μόνο του πολιτικού επαναστάτη. Η Ηλέκτρα δεν είναι το πρόσωπο που «ψάχνει για τεράστιες φασαρίες και παντιέρες» αλλά αυτό που έχει πλήρη επίγνωση του εγώ και του εμείς του και επεμβαίνει με την «γνώση της φθοράς» και με απόλυτη συνείδηση της περιβάλλουσας πραγματικότητας και της ανάγκης «πιο μεγάλα πράγματα να γίνουνε». Η καθημερινή Ηλέκτρα είναι συγγενής με την Ηλέκτρα του Θιάσου του Αγγελόπουλου, η μεγάλη αδελφή των Ατρειδών που συνυπάρχει με την ιστορία ως καλλιτέχνης.
Το θέμα της εξουσίας λοιπόν είναι προσωπικά πολιτικό και έχει να κάνει με την αυτοδυναμία που εγκαθίδρυσε η δεκαετία του ‘60 στην ανθρώπινη βούληση και τέχνη του δυτικού κόσμου. Ο θάνατος του τυράννου, δεν επιφέρει το τέλος της τυραννίας. Ο τύραννος είναι αναλώσιμος και η τυραννία αιώνια. Η Ηλέκτρα μοιράζεται την συλλογική οργή εναντίον όσων «είναι ευχαριστημένοι αν γνωρίζουν τι να φοβηθούν» την κατάρα εναντίον της τυραννίας και την ευλογία σε αυτούς που την μάχονται, όπως αντίστοιχα την εκφράζει η συνονόματή της κεντρική περσόνα του Ούγγρου Μικλός Γιαντσό στην ταινία του Αγάπη μου Ηλέκτρα του 1974.
Η Ηλέκτρα λοιπόν προκύπτει από τις νέες μορφές αντίδρασης στην εξουσία που προκαλεί η δράση των πιο επαναστατικών δεκαετιών μετά το 50 σε Ευρώπη και Αμερική. Κυρίως αυτές σχετίζονται με την καλλιτεχνική επέμβαση επί του ψυχροπολεμικού μίσους και της βίας, και την δημιουργία καταστάσεων εντός του συστήματος, όπως μεταξύ άλλων η αριστερή κολεκτίβα του ‘50 και ‘60 «Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα» του Καστοριάδη που απέκτησε το ελληνικό της παρακλάδι την εποχή της Ηλέκτρας και άλλων κειμένων του Κωστή. Η αλλαγή της αντίληψης γύρω από την εξουσία, την επανάσταση και την συμμετοχή φυτρώνει μέσα από τον θάνατο των παλιών σωμάτων και την ζωή των νέων. Έτσι η Ηλέκτρα, νικηφόρα και χωμάτινη, παίρνει στα χέρια της την εξουσία της αντίδρασης στην εξουσία, μέσα από την γιορτή του εμείς, ενσωματώνοντας σε αυτό και τον Ορέστη, ουσιαστικά μυώντας τον στο χορευτικό ιωβηλαίο της έγερσης και της μεταβολής.
Η Ηλέκτρα είναι αυτή που προβλημάτισε τον Φρόιντ, εφόσον δεν συνέκλινε με την εικόνα του ανώριμου και αφελούς πλάσματος που ζητούσε ολοκλήρωση μέσω του άνδρα. Παρακολουθεί τα γεγονότα ρεαλιστικά, με γνώση και κατανόηση. Δεν δρα πριν να σκεφτεί, όπως ο Οιδίποδας, αλλά σκέφτεται πριν δράσει, και σκέφτεται αλλά δεν δρα. Στο ποίημα του Κωστή η Ηλέκτρα αποτραγικοποιείται. Δεν είναι ούτε δολοφονική, ούτε αιμομικτική. Δεν μισεί τον εαυτό της, την μητέρα ή τον άνδρα της. Εκπροσωπεί την τόλμη και την πρωτοποριακότητα του εκτός, ως και αναγνωρισμένου αλλά και ανοίκειου. Η κλασική προ-αληθής Ηλέκτρα εδώ χειραφετείται από την αρενοποίησή της ή την υπό διαμόρφωση ταυτότητά της, καθώς περνά σε μία απόλυτα συνειδητή δράση μέσω των νέων συλλογικοτήτων αντίδρασης που έχουν διαμορφωθεί.
Επιπλέον, η εναλλακτική δύναμη του ξένου, που, όταν δεν ψάχνει για έναν άλλον δικό του τόπο, μπορεί να βρει τον εαυτό μέσα από την ένταση της εξέγερσης, είναι φανερή στο ποίημα. Η βεβαίωση, λοιπόν, πως ένας άλλος κόσμος υπάρχει, κάνει την ζωή να «χορεύει/ απ’ το κορμί». Η ενθύμηση του ξένου λειτουργεί πρώτα ερωτικά και κατόπιν πολιτικά. Σε μία αντανάκλαση του Ορέστη του Ρίτσου, η προσδοχή του Ορέστη ασκεί κριτική στην αφαίρεση, την τελετουργία και την υποχρέωση, στην επαναφορά και την ανταπάντηση μέσα σε έναν κύκλο αίματος. Η άρνηση των γαμικών κανόνων της προϊστορίας προς την ισότητα και την ελευθερία της πολιτείας δημιουργεί την μεταστροφή του χορού της Ηλέκτρας σε animalia politica, και αυτήν σε ένα θαυμαστό γυναικείο επαναστατικό μοντέλο.
Το ποίημα μας γεννά όμως μία ανησυχία: Εφόσον η Ηλέκτρα πλέον είναι καθημερινή, ποια είναι σήμερα τα καινούργια αντικείμενα που θα βρούμε για να ικανοποιήσουμε την επιθυμία μας για απόδοση του αρχετυπικού μας εκδικητικού ψυχισμού;
Ελισάβετ Αρσενίου
Δημοσιευμένο στο περιοδικό Ουτοπία, πρώτο τεύχος του 2016.
Κωστή (Τριανταφύλλου), ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΗΛΕΚΤΡΑ (1971)
Ο Κωστής Τριανταφύλλου είναι ένας καλλιτέχνης πληθωρικός. Επιπλέον, και όχι συνεπώς, δημιουργεί έργα +ολικά, αποτελούμενα ταυτόχρονα από πολλές καλλιτεχνικές «ολικότητες». Και κάθε λόγος για το έργο του τείνει να γίνει πληθωρικός (δεν ξέρω, εάν και +ολικός): πρέπει να είναι και περιγραφικός και ιστορικός και κριτικός και θεωρητικός και πολιτικός συγχρόνως. Αυτό ισχύει σε μεγάλο βαθμό και για τον λόγο περί της Καθημερινής Ηλέκτρας, που συγκεντρώνει συγχρόνως τις αρχετυπικές και καθαρές εκδοχές της βασανισμένης και βασανιστικής συνομώτριας, αλλά και τις ιστορικοποιημένες επαναστατικές της υλοποιήσεις, της συλημένης από βαρβαρότητα σοσιαλίστριας που τελικά επιλέγει την αυτοδυναμία.
Η Ηλέκτρα, η ηρωίδα και των τριών αρχαίων δραματουργών, αλλά και του Χόφμενσταλ, του Ζιρωντού, του Ο’Νηλ, του Σαρτρ, της Γιουσενάρ, του Ρίτσου, του Καμπανέλλη και άλλων εμφανίζεται κι εδώ, και για μια ακόμη φορά μπαίνει στην σκηνή με τη στάμνα και αυτοσυστήνεται. Είναι όμως αυτή μία Ηλέκτρα που μιλάει από αγάπη –μοιάζει πιο πολύ με την Αντιγόνη. Μια αδελφή που θα ευχόταν να έχει ο κάθε εκτελεστής βεντέτας, ο κάθε Όρσο ντελλα Ρέμπια, μία τρυφερή Κολόμπα. Αγαπάει το τραγούδι και έχει επίγνωση της πραγματικότητας.
Η Ηλέκτρα λοιπόν ξεφεύγει από την εμμονική δραματικότητα της τραγωδίας και αποκτά ένα οικείο πρόσωπο. Παύει να είναι τοτέμ και γίνεται άνθρωπος. Επιπλέον, έχει τα χαρακτηριστικά ενός καλλιτέχνη, δεν γερνάει και παίζει παιχνίδια. Αποδέχεται το τέλος ως μέρος της αρχής. Αναγνωρίζει τον ξεπεσμό, την πτώση της τάξης της. Έχει μάθει να ζει ως μη αριστοκράτης και ως «καθημερινή» απολαμβάνει την υπόσταση της νέας ταξικής της συνείδησης, που της προσδίδει αυτονομία, δημιουργικότητα και αγάπη.
Επιπλέον, η Ηλέκτρα υπενθυμίζει στον Ορέστη την ανάγκη ανεύρεσης μία νέας ταυτότητας του εαυτού του, λιγότερο τραγικής. Ο Ορέστης δεν πρέπει να είναι ο Οιδίποδας, ο Χριστός ή ο Χίτλερ. Αυτή η νέα ταυτότητα προβάλλει την δυνατότητα επέμβασης επί της μοίρας και αναγνώρισης της πραγματικότητας: το χρυσό στεφάνι της εξουσίας που μπορεί να εφαρμόζει «πάντοτε σάλλο κεφάλι» είναι μία μύηση σε μία νέα πολιτική συνείδηση, απομακρυσμένη από κάθε κυριαρχικό κεφάλι.
Αυτό το καινούργιο ανθρωπιστικό πρόσωπο θα γεννηθεί στους γνωστούς του δρόμους, τους γεμάτους χιλιάδες κεραυνούς –το σήμα κατατεθέν της εικαστικής δημιουργίας του Κωστή Τριανταφύλλου. Οι κεραυνοί αυτοί, (μαγιάτικοι του 68, αστικοί και υπαίθριοι, γοητευτικοί και τερατώδεις) που συνδυάζουν την εκρηκτική μαγεία της φύσης με την επέμβαση μίας δημιουργικής και επαναστατικής ενέργειας επί της ζωής, δημιουργούν ένα φυσικό, ακαριαίο και δυναμικό πεδίο αλλαγών.
Η κεραυνοβόλος αργοπορημένη έλευση του μετανάστη Ορέστη ως ξένου, με τρυφερή καρδιά και με καλοπροαίρετη αφέλεια, προβλέπεται από την Ηλέκτρα. Η άφιξη του ξένου που πέπρωται να λύσει την ύβρι, αλλά απέχει πια από αυτή είναι κομβική άλλωστε σε κάθε αφήγηση εκδίκησης. Με μια γλώσσα καθημερινή, η πρώην βασιλοπούλα κάνει αντίσταση και προτρέπει προς την αντίσταση (το καλύτερο πούχεις να κάμεις/ είναι ν’ αντισταθείς/ μαζί μ’ όλους εμάς). Η νέα αυτή ακτινοβόλος Ηλέκτρα λύνει τους κόμπους της βαθμιαίας, εγωπαθούς λιβιδινικής αυτοκαταστροφικότητας μέσω της συμμετοχής της σε ένα συλλογικό όραμα: «σε τίποτε δεν άλλαξε η σκλαβιά με τον θάνατο του πατέρα», λέει.
Η επέμβαση του μοναδικού αρχοντόπουλου που μόνον αυτό θα λύσει με την βία την βίαιη κατάχρηση της εξουσίας είναι πια περιττή, αφού τα πράγματα δεν ήταν καλύτερα όσο ο Τύραννος βρισκόταν εν ζωή, ή δεν θα είναι όταν θα πεθάνει. Το βασικό όπλο εναντίον της εξουσίας είναι η δημόσια δήλωση της ταυτότητας: «ό,τι είσαι πέστο ό,τι είναι διαλάλησέ το/ ποια είμαι εγώ;». Το απαραίτητο στοιχείο για την διαμόρφωση του εγώ είναι ο προσδιορισμός όχι μόνον του «ποια είμαι» αλλά και του «ποιοι είμαστε». Η ζωή μετά την σκλαβιά της βίας και της στέρησης ελευθερίας χρειαζόταν λύσεις και στηρίγματα: στην καταπίεση των μειονοτήτων και των λαών, στην αποικιοκρατία, στον βασανισμό και στην θυσία, πρέπει να αντιπροταθεί η αυτοδιάθεση και ο αυτοκαθορισμός.
Ο τρόπος αντίστασης που προτείνει η Ηλέκτρα είναι η καθημερινή αντίσταση στην φθορά. Πρόκειται για το παράδειγμα του καλλιτέχνη επαναστάτη και όχι μόνο του πολιτικού επαναστάτη. Η Ηλέκτρα δεν είναι το πρόσωπο που «ψάχνει για τεράστιες φασαρίες και παντιέρες» αλλά αυτό που έχει πλήρη επίγνωση του εγώ και του εμείς του και επεμβαίνει με την «γνώση της φθοράς» και με απόλυτη συνείδηση της περιβάλλουσας πραγματικότητας και της ανάγκης «πιο μεγάλα πράγματα να γίνουνε». Η καθημερινή Ηλέκτρα είναι συγγενής με την Ηλέκτρα του Θιάσου του Αγγελόπουλου, η μεγάλη αδελφή των Ατρειδών που συνυπάρχει με την ιστορία ως καλλιτέχνης.
Το θέμα της εξουσίας λοιπόν είναι προσωπικά πολιτικό και έχει να κάνει με την αυτοδυναμία που εγκαθίδρυσε η δεκαετία του ‘60 στην ανθρώπινη βούληση και τέχνη του δυτικού κόσμου. Ο θάνατος του τυράννου, δεν επιφέρει το τέλος της τυραννίας. Ο τύραννος είναι αναλώσιμος και η τυραννία αιώνια. Η Ηλέκτρα μοιράζεται την συλλογική οργή εναντίον όσων «είναι ευχαριστημένοι αν γνωρίζουν τι να φοβηθούν» την κατάρα εναντίον της τυραννίας και την ευλογία σε αυτούς που την μάχονται, όπως αντίστοιχα την εκφράζει η συνονόματή της κεντρική περσόνα του Ούγγρου Μικλός Γιαντσό στην ταινία του Αγάπη μου Ηλέκτρα του 1974.
Η Ηλέκτρα λοιπόν προκύπτει από τις νέες μορφές αντίδρασης στην εξουσία που προκαλεί η δράση των πιο επαναστατικών δεκαετιών μετά το 50 σε Ευρώπη και Αμερική. Κυρίως αυτές σχετίζονται με την καλλιτεχνική επέμβαση επί του ψυχροπολεμικού μίσους και της βίας, και την δημιουργία καταστάσεων εντός του συστήματος, όπως μεταξύ άλλων η αριστερή κολεκτίβα του ‘50 και ‘60 «Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα» του Καστοριάδη που απέκτησε το ελληνικό της παρακλάδι την εποχή της Ηλέκτρας και άλλων κειμένων του Κωστή. Η αλλαγή της αντίληψης γύρω από την εξουσία, την επανάσταση και την συμμετοχή φυτρώνει μέσα από τον θάνατο των παλιών σωμάτων και την ζωή των νέων. Έτσι η Ηλέκτρα, νικηφόρα και χωμάτινη, παίρνει στα χέρια της την εξουσία της αντίδρασης στην εξουσία, μέσα από την γιορτή του εμείς, ενσωματώνοντας σε αυτό και τον Ορέστη, ουσιαστικά μυώντας τον στο χορευτικό ιωβηλαίο της έγερσης και της μεταβολής.
Η Ηλέκτρα είναι αυτή που προβλημάτισε τον Φρόιντ, εφόσον δεν συνέκλινε με την εικόνα του ανώριμου και αφελούς πλάσματος που ζητούσε ολοκλήρωση μέσω του άνδρα. Παρακολουθεί τα γεγονότα ρεαλιστικά, με γνώση και κατανόηση. Δεν δρα πριν να σκεφτεί, όπως ο Οιδίποδας, αλλά σκέφτεται πριν δράσει, και σκέφτεται αλλά δεν δρα. Στο ποίημα του Κωστή η Ηλέκτρα αποτραγικοποιείται. Δεν είναι ούτε δολοφονική, ούτε αιμομικτική. Δεν μισεί τον εαυτό της, την μητέρα ή τον άνδρα της. Εκπροσωπεί την τόλμη και την πρωτοποριακότητα του εκτός, ως και αναγνωρισμένου αλλά και ανοίκειου. Η κλασική προ-αληθής Ηλέκτρα εδώ χειραφετείται από την αρενοποίησή της ή την υπό διαμόρφωση ταυτότητά της, καθώς περνά σε μία απόλυτα συνειδητή δράση μέσω των νέων συλλογικοτήτων αντίδρασης που έχουν διαμορφωθεί.
Επιπλέον, η εναλλακτική δύναμη του ξένου, που, όταν δεν ψάχνει για έναν άλλον δικό του τόπο, μπορεί να βρει τον εαυτό μέσα από την ένταση της εξέγερσης, είναι φανερή στο ποίημα. Η βεβαίωση, λοιπόν, πως ένας άλλος κόσμος υπάρχει, κάνει την ζωή να «χορεύει/ απ’ το κορμί». Η ενθύμηση του ξένου λειτουργεί πρώτα ερωτικά και κατόπιν πολιτικά. Σε μία αντανάκλαση του Ορέστη του Ρίτσου, η προσδοχή του Ορέστη ασκεί κριτική στην αφαίρεση, την τελετουργία και την υποχρέωση, στην επαναφορά και την ανταπάντηση μέσα σε έναν κύκλο αίματος. Η άρνηση των γαμικών κανόνων της προϊστορίας προς την ισότητα και την ελευθερία της πολιτείας δημιουργεί την μεταστροφή του χορού της Ηλέκτρας σε animalia politica, και αυτήν σε ένα θαυμαστό γυναικείο επαναστατικό μοντέλο.
Το ποίημα μας γεννά όμως μία ανησυχία: Εφόσον η Ηλέκτρα πλέον είναι καθημερινή, ποια είναι σήμερα τα καινούργια αντικείμενα που θα βρούμε για να ικανοποιήσουμε την επιθυμία μας για απόδοση του αρχετυπικού μας εκδικητικού ψυχισμού;
Ελισάβετ Αρσενίου
Δημοσιευμένο στο περιοδικό Ουτοπία, πρώτο τεύχος του 2016.