+ολική αίσθηση. sensation totale+. +total sensation.
άγνωστος Χ στην Ποίηση
Μέρος αυτής της ανακοίνωσης παρουσιάστηκε στο 30ο Συμπόσιο Ποίησης,
τον Ιούλιο του 2010, στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας.
+ολική αίσθηση*
Από τον Φεβρουάριο του 1974 που κυκλοφορεί στην Αθήνα το ποιητικό βιβλίο μου Αποσπάσματα του Κωστή, από τον Λ. Γιοβάνη, έως και σήμερα πολλές φορές χρειάστηκα/χρησιμοποίησα την αισθητική προσέγγιση που χαρακτήρισα σαν +ολική πρόταση. Χρησιμοποιώ αυτή την ιδιαίτερη γραφή, όχι σαν γραφιστικό λογοπαίγνιο, αλλά για να υπάρξει διαφοροποίηση από την λέξη « συνολική », που είναι ήδη εννοιοδοτημένη λέξη - στο κείμενό μου αυτό παρουσιάζω τις διαφορές τους αλλά και τις συμπληρωματικές τους σχέσεις. Έτσι, για να επανέλθω, το βιβλίο μου αυτό παρουσιάστηκε με μια +ολική ποιητική – μια ποιητική σε εξέλιξη στις σελίδες ενός βιβλίου. Αυτή η προσέγγιση που εξαπλώθηκε με σαφήνεια στο γλυπτό μου Το ερωτηματικό της Γής, όπως και στις ατομικές εκθέσεις Mediassemblages, Ρευστότητα στερεοποιημένη και στα περιβάλλοντά μου Λαβύρινθος ή το κενό μνημείο και Ηλεκτρικό πεδίο, ξεκίνησε τόσο σαν πρόταση παρουσίασης και σύνθεσης ενός έργου όσο και σαν +ολική προσέγγιση/πρόταση ζωής.Ένα +ολικό έργο τέχνης.
Έτσι η πρώτη φορά που οργανώνω μια τέτοια προσέγγιση επανανάγνωσης των μορφών που με βοηθάνε εκφραστικά μέσα από την ιστορία, γίνεται στο πρώτο μου ποιητικό βιβλίο, που όχι μόνον περιέχει τμήματα από δικά μου ανέκδοτα βιβλία και επιγραφές δρόμων και παραινέσεις/σκέψεις για τον αναγνώστη αλλά και για αυτή την ίδια την πράξη της έκδοσης, όπως και τμήματα από άλλους συγγραφείς με μια ιδιαίτερη παρέμβαση. Η ποίηση/η τέχνη που βγαίνει στη ζωή και η ζωή που μπαίνει στην ποίηση/στην τέχνη. Δεν φοβάμαι το καινούριο στην ποιητική αίσθηση αλλά το παλιό κι αυτούς που βολεύονται γύρω του, το καθιερωμένο, το σίγουρο. Η πεπατημένη σήμερα είναι πια μια λεωφόρος ταχείας διέλευσης: προσοχή μη σας συνθλίψουν οι βιαστικοί οδηγοί! Από πάνω κι από κάτω γύρω και πέρα από κάθε σκηνή του παρελθόντος υπάρχει πάντα χώρος για νέα μηνύματα και καινούριες προσεγγίσεις, ναι τέτοια είναι και η δική μου +ολική προσέγγιση.
Άλλο η πράξη με τα δεδομένα υλικά όπως: γράφω ποίηση με λέξεις, όπως ζωγραφίζω με χρώματα και κάνω γλυπτά με τρισδιάστατα υλικά και άλλο ο τρόπος επικοινωνίας τους που έχει να κάνει με την +ολική πρόταση και τον ολοκληρωμένο εσωτερικό διάλογο μεταξύ τους. Η εννοιολογία που συνδέει μεταξύ τους 40 ποιήματα σε ένα βιβλίο, 15 μαρμάρινα κεφάλια σε ένα γλυπτό, 20 πίνακες και πέντε γλυπτά σε μια έκθεση. Για να είναι ζωντανά, παρεμβατικά κι εκρηκτικά! Σημειώνω πως υπήρξαν φορές που δεν μου χρειάστηκε αυτός ο τρόπος παρουσίασης – όμως όποτε τον οργάνωσα έτσι, είχα ουσιαστική ανταπόκριση γεννούσε ερωτήματα που διευκόλυναν τον διάλογο και την ποιητική/καλλιτεχνική επικοινωνία. Είναι μια προσέγγιση που με απασχόλησε/με προβλημάτισε, έχοντας στόχο την ουσιαστικοποίηση του αποσπασματικού λόγου.
Το πολύτεχνο έργο, που ονομάστηκε και συνολικό, και αυτό που με υπέρβαση των δεδομένων ορίων συνδιαλέγεται με άλλη τέχνη δεν έχει να κάνει με αυτό που δι-αισθητικά (δι-αισθητικά= δια μέσου των αισθητικών προταγμάτων με τα οποία διαλέγω να έρθω σε διάλογο) προτείνω σαν +ολικό. Είναι διαφορετικές προσεγγίσεις/προτάσεις, η μία συγκροτεί ένα έργο σύνθετων καλλιτεχνικών σχέσεων και αυτή που διαπραγματεύομαι εδώ θεωρεί την προηγούμενη πρόταση αισθητική/καλλιτεχνική προϋπόθεση των αρχών του 20ού όπως έχει ως προϋπόθεση και όλα τα άλλα αισθητικά ρεύματα. Άλλο η συνέργεια των τεχνών, η μίξης, το jamming, η αντίληψη του κολάζ, το assemblage, ή το θέατρο, ο κινηματογράφος, ο χορός, ή ακόμη οι πολύτεχνες αρχαίες εκφράσεις τέχνης και άλλο το +ολικό που πολλές φορές σε ένα είδος τέχνης εμφανίζεται σαν μια αισθητική στυλιστική πρόταση. +ολικό έργο τέχνης δεν δημιουργείται επειδή συνεργάζονται κάποιες τέχνες, αυτό ονομάζεται κολάζ τεχνών, μίξης αισθήσεων, πολύτεχνο έργο, συνολικό έργο. Αυτό ταιριάζει και με την αντίληψη του κολάζ όπου για παράδειγμα ένας μουσικός παίρνει τρία μουσικά μοτίβα (δημοτικό, έντεχνο κι ηλεκτρονικό) και τα ενώνει/ενσωματώνει ή ένας ποιητής κολλάει στίχους άλλων και παράγει ένα ποίημα. Μια εννοιολογική +ολική προσέγγιση θα ήθελε τα τρία αυτά μουσικά μοτίβα αυτόνομα στην ίδια χωρική παρουσία, παιγμένα από τον ίδιο εκτελεστή, ταυτόχρονα!
Η πρακτική του κολάζ σαν έννοια χρησιμοποιήθηκε και στην ποίηση, από το ευρωπαϊκό Νταντά έως τον Αμερικανό Γουίλλιαμ Μπάροουζ που κείμενά του ήταν φτιαγμένα από τμήματα κειμένων όπως και στους πειραματισμούς του Claude Pelieu στην Γαλλία, στην προφανή ποίηση του Jiri Kolar, στο παγκόσμιο κίνημα της Οπτικής Ποίησης (Visual Poetry) και φυσικά στο μοναδικό Empty Words του John Cage, ένα τυχαίο ανακάτεμα λέξεων και συλλαβών. Σ’ αυτή την ερευνητική πολυποιητική συμπεριφορά εγγράφεται και το Poème Electronique, του Ι. Ξενάκη για το περίπτερο της Philips στην Παγκόσμια Έκθεση του 1958. Οι εικαστικές τέχνες οικειοποιούνται τόσο την ποίηση όσο και την πραγματικότητα κάνοντάς την τέχνη. Γιατί η ποίηση να μην οικειοποιηθεί, για να παρέμβει, για να ποιητικοποιήσει την καθημερινότητα, με τα δικά της υλικά, μια που παντού υπάρχει ο λόγος και οι έννοιες που είναι φορέας;
Ένα +ολικό έργο τέχνης υπάρχει και μέσα στην « συνολική » αντίληψη της τέχνης όπως περιγράφεται από πολλούς καλλιτέχνες και ποιητές. Δεν μου αρέσουν αυτές οι στριφνές φράσεις όμως είναι λεπτές οι διαφορές για να αποσαφηνιστούν και να προσδιοριστούν. Οι +ολικές προτάσεις δημιουργούν ρήξη μιας κατεστημένης πρακτικής και ανοίγουν διάλογο με τον θεατή μέσα από έναν ανοιχτό εννοιολογικό καθορισμό. Ο Γ. Παπαϊωάννου έλεγε πως «…ο ένας προσφέρει την ζωγραφική του, ο άλλος την ποίησή του, ο άλλος την μουσική του και βγαίνει ένα έργο συνόλου ». Αυτό δεν έχει να κάνει με το +ολικό έργο που συζητάω, αλλά όπως προείπα φυσικά ενυπάρχουν αυτές οι αισθητικές διαθέσεις μια που μέσα από όλες αυτές τις προτάσεις μπορεί, αν το χρειάζεται ο ποιητής/καλλιτέχνης να παράξει ένα +ολικό έργο.
Ο άνθρωπος είναι ένα +ολικό έργο. Από τον πρώτο άνθρωπο που χρειάστηκε την τέχνη ποιες αισθητικές να θέσεις για αναζήτηση, αφού ακόμη ούτε το αίτημα της αισθητικής δεν θα υπήρχε! Αντίθετα το πολύτεχνο έργο σαν μια τελετουργία στους πρωτόγονους έφερνε σε διάλογο μυσταγωγικό πολλών μορφών τέχνες. Η τέχνη θέλω να είναι δημιουργική, ερευνητική, πειραματική, απελευθερωμένη και να προσπαθεί να εξελίξει/ανανεώσει τον λόγο της και ας μένει και σε μία μορφή τέχνης. Εξ άλλου η μουσική, ο λόγος και η ηθοποιία συνεργάζονται και το αποτέλεσμα λέγεται για παράδειγμα θέατρο ή κινηματογράφος και λειτουργούν σαν αυτόνομα είδη/μορφές. Μήπως η απολυτότητα υπονοεί συντηρητισμό; Έτσι μια καινούρια, αυτόνομη μορφή τέχνης στο μέλλον μπορεί να ενσωματώνει πολύτεχνα είδη αλλά και +ολικές αισθητικές προτάσεις, μέσα στα πλαίσια μιας συνολικής αντίληψης της τέχνης. Ο Νάνος Βαλαωρίτης στο ανέκδοτο κείμενό του, Περί Ποιήσεως, του 2004, γράφει το εξής: «…η ποίηση είναι κι αυτή όπως ο έρωτας ένα δαιμονικό στοιχείο που συνδέει το θείο και ακατάληπτο μυστήριο του κόσμου με την καθημερινότητα των ανθρώπων και μόνο εκείνη είναι ικανή να την αποκαλύψει στην πληρότητά της. Κι εδώ δεν μιλάμε μόνο για την ποίηση με την στενή έννοια ενός είδους λογοτεχνικού με τις μορφές που υποδύθηκε στους αιώνες και πώς άλλαξαν αυτές με τον χρόνο, αλλά με το ευρύτερο πνεύμα της που μπορεί να ονομάσουμε « ποιητικότητα » και « ποιητικοποίηση » και πώς λειτουργεί αυτή σε όλα τα εκφραστικά είδη, είτε των εικαστικών τεχνών, της μουσικής, του θεάτρου, της γραφής και της αρχιτεκτονικής. Θα έλεγα μάλιστα και μέσα στη ζωή την ίδια όπως την διαμορφώνουμε.». Η +ολική διαμόρφωση μιας δημιουργικής τέτοιας πρότασης, εγγράφεται στη λογική της ιδεολογικής οικειοποίησης κι αντιπαράθεσης διαφορετικών μορφών έκφρασης σε διάλογο μεταξύ τους. Δημιουργική τέτοια αντιπαράθεση που να ανοίξει τον μεταξύ τους διάλογο επί της ουσίας έτσι που να ισχυροποίηση τη σχέση τους με χαρακτηριστικά συγγενικότητας.
Έτσι, στο μαρμάρινο γλυπτό μου, τα κεφάλια ξεπηδάνε από το έδαφος με μια αδρή γλυπτική γραφή, συνεχίζουν με πιο ρεαλιστικές προσεγγίσεις έως που φτάνουν στον φωτορεαλισμό για να διαλυθούν σε αφαιρετικές φόρμες – από τον άγριο εξπρεσιονισμό, στον ρεαλισμό στην αφαίρεση όλα σε ένα γλυπτό, με στόχο Το ερωτηματικό της Γης ν’ ανταποκριθεί στην ευθύνη του τίτλου του. Στη σειρά Mediassemblages, ( πρώτη παρουσία το 1983 ), χρησιμοποίησα πολλούς τύπους εικόνων μέσα στη +ολική παρουσία αυτής της σειράς. Χρειαζότανε να δημιουργήσω ένα σχόλιο γι’ αυτά τα υλικά στην Ελλάδα μια που εκείνη και μόνον την στιγμή άρχιζε να κατακλύζεται/κυριαρχείται από τα πολύχρωμα τυπογραφικά μέσα μαζικής ενημέρωσης. Έτσι τα περιοδικά και οι έγχρωμοι κατάλογοι είναι που δώσανε το πρωταρχικό υλικό και κατεύθυναν τις συνθέσεις – πάντα βέβαια μέσα από το δικό μου επιλεκτικό, παρεμβατικό, κριτικό, σαρκαστικό μάτι. Υπήρχαν διαφορετικά στυλ και μορφικές προσεγγίσεις του κολάζ και του assemblage, αλλά εννοιολογικά ενωνόντουσαν με την κριτική έννοια της υπαλλαγής, την δεικτική χρήση κάποιων πολύχρωμων θεμάτων και την +ολική πρόθεση απέναντι στα πολύχρωμα μέσα εκείνης της εποχής. Στις μεγάλες εγκαταστάσεις +ολικές προτάσεις Λαβύρινθος ή το κενό μνημείο, το σημαντικό ήταν να διέλθει ο θεατής ανάμεσα στα περάσματα από διαφανείς καθρέφτες, να αντικαθρεφτιστεί αλλά να συναντήσει λόγω διαφάνειας και τον θεατή της άλλης πλευράς, άλλοτε διαβάζοντας το κείμενο του Καστοριάδη που συμμετείχε σε ένα κοινό έργο μας κι άλλοτε παρατηρώντας κάποια περίεργα δικά μου έργα έως και ένα πανό διαδήλωσης με σπασμένα κεφάλια από ελαφρύ υλικό που συνέθεταν ένα σύνθημα και όλα μαζί για να γιορτάσουμε τα 200 χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης μέσα κι έξω από το Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας. Ετερόκλιτα στοιχεία σε μια διαδρομή αναγνώρισης του ουσιαστικού στοιχείου της επικοινωνίας που αναπτύχθηκε σε τρεις μεγάλες ατομικές μου εκθέσεις με αποκορύφωμα το Τελετουργία του 20ού αιώνα. Το ίδιο και στα Ενεργειακά πεδία, +ολικές προτάσεις παρουσίασης Τέχνης-Τεχνολογίας, όπου κυρίαρχη προσέγγιση για την κατασκευή ενός έργου ήτανε το κατά πόσο θα αφήνει στα μάτια του θεατή να φαίνεται ο κεραυνός σωστά. Τα υπόλοιπα δε βρισκόντουσαν μέσα στις επιλεγμένες προτεραιότητές μου. Όλα μαζί λοιπόν τα έργα στα Ενεργειακά πεδία, δίνανε το τελικό οπτικό/ηχητικό ενορχηστρωμένο περιβάλλον όπου ο κεραυνός αποκτούσε την μεγαλύτερη ελευθερία του και δημιουργική του παρουσία και οντότητα. Αισθητικά λοιπόν, ενώ ένα-ένα τα έργα είναι αναγνωρίσιμα ως αναφορά τον δημιουργό τους, φέρουν διαφορετικές αισθητικές καταβολές/αναφορές άλλα δε παρουσιάζονται σαν επίτοιχα, άλλα σαν κατασκευές, άλλα σαν περιβάλλοντα πάντα με κύριο μέλημα τον διάλογο μεταξύ τους αλλά και με μοναδικό στόχο τη λάμψη των κεραυνών στα μάτια των θεατών. Αυτό είναι ακριβώς η απελευθέρωση από τις κλειστές φόρμες όπως επίσης και η στόχευση της επανεννοιοδότησης ή της εύρεσης της ουσίας.
Όπως στο τέλος του ποιητικού μου βιβλίου, Αποσπάσματα του Κωστή, υπάρχει ένα κείμενο που αναφέρεται στην έκδοση, έτσι και στο μαρμάρινο γλυπτό και στις εγκαταστάσεις ένα κείμενο συνοδεύει πάντα αυτή την πράξη, παράλληλα κι αυτόνομα δρώντας. Η παρουσίαση αυτή λοιπόν, ο τρόπος της και το αποτέλεσμά της είναι σημαντικό και παρεμβαίνει, για παράδειγμα στο ερώτημα τι είναι βιβλίο, όπως και τι είναι μια έκθεση, όπως και το ποια είναι η αφηγηματική εκείνη προσέγγιση που να δίνει στα αποσπάσματα μια άλλη ανάγνωση. Έτσι απαντάει στην αφήγηση και παρεμβαίνει εννοιοδοτώντας τα αποσπάσματά της. Και μάλιστα όχι σαν θραύσματα τυχαία, αλλά τέτοια που δημιουργούν μια άλλη συνολική επανανάγνωση. Αυτή η +ολική παρουσία της ποίησης μπορεί να γίνει, όποτε χρειάζεται στον ποιητή, μέσα σε ένα τόπο/βιβλίο/δρώμενο/βιντεοποίημα και φυσικά σε VJ’s γνωρίζοντας κι ανακτώντας τις ιστορικές καταβολές που διαλέγει κι ελεύθερα να εκφραστεί σε όποια ιστορική φόρμα έτσι που να μην διαιωνίζεται η επιλεγμένη φόρμα για να εγκλωβίζει, αλλά να ασκεί τα καθήκοντά της για να επιτύχει η έκφραση της πλέον δυνατής παρουσίας της. Αυτή η συγκατοίκηση που προτείνω σε έναν τόπο, βιβλίο, γλυπτό ή το διαδίκτυο, σε μια χώρα, το ανθρώπινο κορμί, τις πέντε γλώσσες, σε ένα βιβλίο και τις πέντε αισθήσεις, σε ένα κορμί και τις πέντε ηπείρους μπορεί να κινητοποιηθεί δημιουργικά μόνον μέσα από την απελευθέρωση από τα κλειστά αισθητικά δόγματα, μόνον μέσα από την δυνατότητα να γεννηθούν καινούριες προσεγγίσεις μέσα από την γνώση που έχουμε για την παγκόσμια ιστορία της ποίησης και της τέχνης. Έτσι για μένα περιγράφεται το προσωπικό ύφος παρουσίασης κι εγγραφής του κάθε ποιήματος ή ποιητικής πρακτικής. Αυτή είναι η εννοιολογική μου κατεύθυνση σε έναν επιλεγμένο δι-αισθητικό διάλογο. Το εντοπίζω σαν ένα συνεχές δημιουργικό ζητούμενο του μοντερνισμού, που αντλεί από τις πηγές των αισθητικών ρευμάτων έχοντας την ελευθερία να είναι +ολικά ανθρώπινο το δημιουργικό πρόταγμα. Έτσι, λοιπόν, δεν είναι πέρα από τα αισθητικά προτάγματα ή στυλ, αλλά αντίθετα κάθε φορά τιμώντας/ορίζοντας/επαναπροσδιορίζοντας διαφορετικά αισθητικά χαρακτηριστικά και θεωρώντας την +ολική έκφραση προσπάθεια συνέχισης κι έρευνας εκφραστικής αυτών των επιλεγμένων μορφών σε εξέλιξη. Έτσι, καινούριες αλληλουχίες εκφραστικές ορίζουν μια αισθητική σύμπλεξη/συμπόρευση σε δρόμους απελευθερωμένους. Όλα δεν κολλάνε με όλα, το σημερινό ανακάτωμα δεν είναι απελευθερωμένο. Αντίθετα κρύβει την ιδεολογία του μεταμοντέρνου σχετικισμού και δεν ορίζει μια ιδεολογική και αισθητική προσέγγιση. Ποιητική πρόταση με έναν εννοιολογικό καθορισμό τέτοιο που το παιχνίδι να γίνεται η δουλειά των ποιητών!
Το ότι υπάρχει ιστορία των κοινωνιών, σημαίνει αλλαγές που καταγράφονται. Μπορούμε να σκεφτούμε την ποίηση και την τέχνη χωρίς ιστορία - δηλαδή χωρίς αλλαγές; Σήμερα με τους γρήγορους ρυθμούς εναλλαγών και ρυθμών ζωής, η ποίηση και η τέχνη έχει μπει σε διαδικασία γοργής ενσωμάτωσης, μετάλλαξης για να εκφράσει ένα όχημα που κινείται εικονικά, που διαδρά στιγμιαία με τον χρήστη/αναγνώστη, που βρίσκεται στην άλλη πλευρά του πλανήτη και ο χώρος αυτός στον οποίο γίνεται όλο αυτό το ψηφιακό γεγονός είναι άυλος. Υπάρχουν κάποιοι περίοδοι που εμφανίζονται ανανεωτές/πρωτοπόροι ποιητές και καλλιτέχνες, αλλιώς τι ιστορία θα υπήρχε; Ιστορία της επανάληψης, της ομοιότητας ή θεματικής μόνον προσέγγισης και στυλιστικής ομοιογένειας; Θα ήτανε λογικό αυτοί οι πρωτοπόροι να είναι αυτοί που μένουν στην Ιστορία μια που χάραξαν μονοπάτια – σήμερα στην Ελλάδα γίνεται το ανάποδο, τους ξεχνάμε αυτούς που με μια ανανεωτική αίσθηση ανατροπής κατέθεσαν την ποιητική/καλλιτεχνική τους διαδρομή.
Αν δεν είχαν προϋπάρξει αυτοί οι ποιητές και καλλιτέχνες που μας πέρασαν από την άλλη πλευρά της ποίησης, της τέχνης και της ζωής, δεν θα είχε σήμερα νόημα να προσπαθούμε να μιλήσουμε σε βάθος για την ποιητική/καλλιτεχνική έρευνα και την εκάστοτε πρωτοπορία για να φτάσουμε μάλιστα σήμερα να αναζητούμε το μετά! Έτσι πρέπει να μελετήσουμε την διεθνή και τοπική πρωτοποριακή ποίηση και τέχνη και τα σημαντικά βήματα που γίνανε, θα πρέπει λοιπόν να αναφερθούμε σε ποιητές και καλλιτέχνες διεξοδικά. Η ποιητική επικοινωνία ψάχνει πάντοτε απάτητα μονοπάτια. Στόχος ένας ορίζοντας με μια νέα πολυδιάστατη σύνταξη/αίσθηση, πολυποιητική - σύνταξη μιας έκφρασης που χρησιμοποιεί ό,τι και το ανθρώπινο κορμί. Τον ήχο, την εικόνα, την ανάγνωση, την κατανόηση, τις μυστικές αισθήσεις και όλα αυτά μαζί. Ποίηση και τέχνη σημαίνει πολλά πράγματα. Αν ζητήσεις ποιητική αίσθηση πού ακριβώς θα την βρεις; Μέσα σε ποιο βιβλίο - αν βρίσκεται μόνον μέσα σε ένα βιβλίο! - κρύβεται αυτή η περίεργη αίσθηση και πώς θα την διαλέξεις και τι θα είναι αυτή η ανανεωτική αίσθηση επαναπροσδιορισμού της ποιητικής; Γιατί τίποτα δεν ανανεώνεται;
Ξαναδιαβάζοντας αυτά που υπάρχουν και δίνοντας εκφραστική δυνατότητα σε κέλυφος που περικλείει όμοια αλλά και ετερόκλιτα είναι μια έγκυος/έκρυθμη στιγμή που αναμένεις πέντε διαφορετικά στοιχεία από μια μόνον γέννα - όλα μέσα στο ίδιο κέλυφος ζωής/ανάγνωσης. Ανάμεσα στις φόρμες για να φανεί/να αναδειχθεί το ελεύθερο πνεύμα και στυλ μέσα σ’ αυτό το κέλυφος, μακριά από φορμαλιστικές καθηλώσεις. Ανάμεσα στις φόρμες με ελευθερία έτσι που να δημιουργηθεί κέλυφος με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό ή ένα ιδιαίτερο ιδίωμα ή μια ταυτότητά του. Έτσι παράγεται αισθητική, μια ποιητική αντιμετώπιση τέτοια που η επανανάγνωση των διάφορων επιλεγμένων μορφών να γίνεται το κέλυφος του έργου τέχνης ή του ποιητικού βιβλίου ή ένα νέο αισθητικό σώμα προσέγγισης της δημιουργίας. Καλλιτέχνες/ποιητές/μουσικοί εφαρμόζουν αυτή την δι-αισθητική πρόταση. Αυτή η πρόταση παρουσίασης, αυτό το κέλυφος είναι ένα +ολικό έργο. Και φτάνουμε στον τρόπο σύνθεσης, σε αυτό δηλαδή που ενυπάρχει και ενώνει εσωτερικά όλο το έργο. Αυτό που το κάνει και αναπνέει που το διατηρεί ζωντανό ή που ακόμη το σκοτώνει. Σχέδιο ζωής, αγωνίας, έρευνας, ομορφιάς, ευχαρίστησης, αγώνα, κατάκτησης. Έτσι κι αλλιώς πρέπει να δεχτούμε πως υπάρχει μια ιδιαίτερη ένταση ανάμεσα στην γραπτή λέξη και την εκφωνούμενη /προφορική λέξη, όπως και ανάμεσα στην γραπτή λέξη και το περιεχόμενο στο οποίο εννοιοδοτείτε αυτή η λέξη, όπως και ανάμεσα στην γραπτή λέξη και τη σχέση της με την παρουσίαση του κειμένου.
Η έρευνα για τον άγνωστο Χ στην ποίηση και στην τέχνη, έτσι ώστε να δημιουργήσει ένα +ολικό έργο, με βοήθησε στο να ξεκαθαρίσω την πολυεπίπεδη προσέγγιση απέναντι στην αφήγηση και μου έβαλε αισθητικές επιλογές και περιορισμούς για να ερευνήσω τις εκφραστικές/ποιητικές /πλαστικές ανησυχίες μου.Ένας κόσμος ποίησης. Ένας κόσμος τέχνης. Μια γειτονιά που επικοινωνεί και παίζει και δημιουργεί – διαφορετικοί άνθρωποι σε ετερόκλιτες διαδρομές που συγκροτούν έναν κόσμο με μια συνολική ματιά συγγενικότητας. Πολύ θα ήθελα όλα να οδηγούν στην +ολική παρουσία του ατόμου/καλλιτέχνη/πολίτη. Αυτή η ολοκλήρωση είναι ζητούμενο γεγονός στις μεγάλες επαναστατικές γιορτές/περιόδους, για όσους το έχουν ζήσει, για όσους το έχουν αισθανθεί. Σαν συνέχεια της έκφρασης στην βράση κολλάει το σίδερο αλλά και σαν ευχή δική μου για ένα μέλλον με +ολικό πανανθρώπινο όραμα.
*Απόσπασμα από το κείμενο: άγνωστος Χ στην ποίηση. Παρουσιάστηκε στο 30ο Συμπόσιο Ποίησης, τον Ιούλιο του 2010, στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας.
Από τον Φεβρουάριο του 1974 που κυκλοφορεί στην Αθήνα το ποιητικό βιβλίο μου Αποσπάσματα του Κωστή, από τον Λ. Γιοβάνη, έως και σήμερα πολλές φορές χρειάστηκα/χρησιμοποίησα την αισθητική προσέγγιση που χαρακτήρισα σαν +ολική πρόταση. Χρησιμοποιώ αυτή την ιδιαίτερη γραφή, όχι σαν γραφιστικό λογοπαίγνιο, αλλά για να υπάρξει διαφοροποίηση από την λέξη « συνολική », που είναι ήδη εννοιοδοτημένη λέξη - στο κείμενό μου αυτό παρουσιάζω τις διαφορές τους αλλά και τις συμπληρωματικές τους σχέσεις. Έτσι, για να επανέλθω, το βιβλίο μου αυτό παρουσιάστηκε με μια +ολική ποιητική – μια ποιητική σε εξέλιξη στις σελίδες ενός βιβλίου. Αυτή η προσέγγιση που εξαπλώθηκε με σαφήνεια στο γλυπτό μου Το ερωτηματικό της Γής, όπως και στις ατομικές εκθέσεις Mediassemblages, Ρευστότητα στερεοποιημένη και στα περιβάλλοντά μου Λαβύρινθος ή το κενό μνημείο και Ηλεκτρικό πεδίο, ξεκίνησε τόσο σαν πρόταση παρουσίασης και σύνθεσης ενός έργου όσο και σαν +ολική προσέγγιση/πρόταση ζωής.Ένα +ολικό έργο τέχνης.
Έτσι η πρώτη φορά που οργανώνω μια τέτοια προσέγγιση επανανάγνωσης των μορφών που με βοηθάνε εκφραστικά μέσα από την ιστορία, γίνεται στο πρώτο μου ποιητικό βιβλίο, που όχι μόνον περιέχει τμήματα από δικά μου ανέκδοτα βιβλία και επιγραφές δρόμων και παραινέσεις/σκέψεις για τον αναγνώστη αλλά και για αυτή την ίδια την πράξη της έκδοσης, όπως και τμήματα από άλλους συγγραφείς με μια ιδιαίτερη παρέμβαση. Η ποίηση/η τέχνη που βγαίνει στη ζωή και η ζωή που μπαίνει στην ποίηση/στην τέχνη. Δεν φοβάμαι το καινούριο στην ποιητική αίσθηση αλλά το παλιό κι αυτούς που βολεύονται γύρω του, το καθιερωμένο, το σίγουρο. Η πεπατημένη σήμερα είναι πια μια λεωφόρος ταχείας διέλευσης: προσοχή μη σας συνθλίψουν οι βιαστικοί οδηγοί! Από πάνω κι από κάτω γύρω και πέρα από κάθε σκηνή του παρελθόντος υπάρχει πάντα χώρος για νέα μηνύματα και καινούριες προσεγγίσεις, ναι τέτοια είναι και η δική μου +ολική προσέγγιση.
Άλλο η πράξη με τα δεδομένα υλικά όπως: γράφω ποίηση με λέξεις, όπως ζωγραφίζω με χρώματα και κάνω γλυπτά με τρισδιάστατα υλικά και άλλο ο τρόπος επικοινωνίας τους που έχει να κάνει με την +ολική πρόταση και τον ολοκληρωμένο εσωτερικό διάλογο μεταξύ τους. Η εννοιολογία που συνδέει μεταξύ τους 40 ποιήματα σε ένα βιβλίο, 15 μαρμάρινα κεφάλια σε ένα γλυπτό, 20 πίνακες και πέντε γλυπτά σε μια έκθεση. Για να είναι ζωντανά, παρεμβατικά κι εκρηκτικά! Σημειώνω πως υπήρξαν φορές που δεν μου χρειάστηκε αυτός ο τρόπος παρουσίασης – όμως όποτε τον οργάνωσα έτσι, είχα ουσιαστική ανταπόκριση γεννούσε ερωτήματα που διευκόλυναν τον διάλογο και την ποιητική/καλλιτεχνική επικοινωνία. Είναι μια προσέγγιση που με απασχόλησε/με προβλημάτισε, έχοντας στόχο την ουσιαστικοποίηση του αποσπασματικού λόγου.
Το πολύτεχνο έργο, που ονομάστηκε και συνολικό, και αυτό που με υπέρβαση των δεδομένων ορίων συνδιαλέγεται με άλλη τέχνη δεν έχει να κάνει με αυτό που δι-αισθητικά (δι-αισθητικά= δια μέσου των αισθητικών προταγμάτων με τα οποία διαλέγω να έρθω σε διάλογο) προτείνω σαν +ολικό. Είναι διαφορετικές προσεγγίσεις/προτάσεις, η μία συγκροτεί ένα έργο σύνθετων καλλιτεχνικών σχέσεων και αυτή που διαπραγματεύομαι εδώ θεωρεί την προηγούμενη πρόταση αισθητική/καλλιτεχνική προϋπόθεση των αρχών του 20ού όπως έχει ως προϋπόθεση και όλα τα άλλα αισθητικά ρεύματα. Άλλο η συνέργεια των τεχνών, η μίξης, το jamming, η αντίληψη του κολάζ, το assemblage, ή το θέατρο, ο κινηματογράφος, ο χορός, ή ακόμη οι πολύτεχνες αρχαίες εκφράσεις τέχνης και άλλο το +ολικό που πολλές φορές σε ένα είδος τέχνης εμφανίζεται σαν μια αισθητική στυλιστική πρόταση. +ολικό έργο τέχνης δεν δημιουργείται επειδή συνεργάζονται κάποιες τέχνες, αυτό ονομάζεται κολάζ τεχνών, μίξης αισθήσεων, πολύτεχνο έργο, συνολικό έργο. Αυτό ταιριάζει και με την αντίληψη του κολάζ όπου για παράδειγμα ένας μουσικός παίρνει τρία μουσικά μοτίβα (δημοτικό, έντεχνο κι ηλεκτρονικό) και τα ενώνει/ενσωματώνει ή ένας ποιητής κολλάει στίχους άλλων και παράγει ένα ποίημα. Μια εννοιολογική +ολική προσέγγιση θα ήθελε τα τρία αυτά μουσικά μοτίβα αυτόνομα στην ίδια χωρική παρουσία, παιγμένα από τον ίδιο εκτελεστή, ταυτόχρονα!
Η πρακτική του κολάζ σαν έννοια χρησιμοποιήθηκε και στην ποίηση, από το ευρωπαϊκό Νταντά έως τον Αμερικανό Γουίλλιαμ Μπάροουζ που κείμενά του ήταν φτιαγμένα από τμήματα κειμένων όπως και στους πειραματισμούς του Claude Pelieu στην Γαλλία, στην προφανή ποίηση του Jiri Kolar, στο παγκόσμιο κίνημα της Οπτικής Ποίησης (Visual Poetry) και φυσικά στο μοναδικό Empty Words του John Cage, ένα τυχαίο ανακάτεμα λέξεων και συλλαβών. Σ’ αυτή την ερευνητική πολυποιητική συμπεριφορά εγγράφεται και το Poème Electronique, του Ι. Ξενάκη για το περίπτερο της Philips στην Παγκόσμια Έκθεση του 1958. Οι εικαστικές τέχνες οικειοποιούνται τόσο την ποίηση όσο και την πραγματικότητα κάνοντάς την τέχνη. Γιατί η ποίηση να μην οικειοποιηθεί, για να παρέμβει, για να ποιητικοποιήσει την καθημερινότητα, με τα δικά της υλικά, μια που παντού υπάρχει ο λόγος και οι έννοιες που είναι φορέας;
Ένα +ολικό έργο τέχνης υπάρχει και μέσα στην « συνολική » αντίληψη της τέχνης όπως περιγράφεται από πολλούς καλλιτέχνες και ποιητές. Δεν μου αρέσουν αυτές οι στριφνές φράσεις όμως είναι λεπτές οι διαφορές για να αποσαφηνιστούν και να προσδιοριστούν. Οι +ολικές προτάσεις δημιουργούν ρήξη μιας κατεστημένης πρακτικής και ανοίγουν διάλογο με τον θεατή μέσα από έναν ανοιχτό εννοιολογικό καθορισμό. Ο Γ. Παπαϊωάννου έλεγε πως «…ο ένας προσφέρει την ζωγραφική του, ο άλλος την ποίησή του, ο άλλος την μουσική του και βγαίνει ένα έργο συνόλου ». Αυτό δεν έχει να κάνει με το +ολικό έργο που συζητάω, αλλά όπως προείπα φυσικά ενυπάρχουν αυτές οι αισθητικές διαθέσεις μια που μέσα από όλες αυτές τις προτάσεις μπορεί, αν το χρειάζεται ο ποιητής/καλλιτέχνης να παράξει ένα +ολικό έργο.
Ο άνθρωπος είναι ένα +ολικό έργο. Από τον πρώτο άνθρωπο που χρειάστηκε την τέχνη ποιες αισθητικές να θέσεις για αναζήτηση, αφού ακόμη ούτε το αίτημα της αισθητικής δεν θα υπήρχε! Αντίθετα το πολύτεχνο έργο σαν μια τελετουργία στους πρωτόγονους έφερνε σε διάλογο μυσταγωγικό πολλών μορφών τέχνες. Η τέχνη θέλω να είναι δημιουργική, ερευνητική, πειραματική, απελευθερωμένη και να προσπαθεί να εξελίξει/ανανεώσει τον λόγο της και ας μένει και σε μία μορφή τέχνης. Εξ άλλου η μουσική, ο λόγος και η ηθοποιία συνεργάζονται και το αποτέλεσμα λέγεται για παράδειγμα θέατρο ή κινηματογράφος και λειτουργούν σαν αυτόνομα είδη/μορφές. Μήπως η απολυτότητα υπονοεί συντηρητισμό; Έτσι μια καινούρια, αυτόνομη μορφή τέχνης στο μέλλον μπορεί να ενσωματώνει πολύτεχνα είδη αλλά και +ολικές αισθητικές προτάσεις, μέσα στα πλαίσια μιας συνολικής αντίληψης της τέχνης. Ο Νάνος Βαλαωρίτης στο ανέκδοτο κείμενό του, Περί Ποιήσεως, του 2004, γράφει το εξής: «…η ποίηση είναι κι αυτή όπως ο έρωτας ένα δαιμονικό στοιχείο που συνδέει το θείο και ακατάληπτο μυστήριο του κόσμου με την καθημερινότητα των ανθρώπων και μόνο εκείνη είναι ικανή να την αποκαλύψει στην πληρότητά της. Κι εδώ δεν μιλάμε μόνο για την ποίηση με την στενή έννοια ενός είδους λογοτεχνικού με τις μορφές που υποδύθηκε στους αιώνες και πώς άλλαξαν αυτές με τον χρόνο, αλλά με το ευρύτερο πνεύμα της που μπορεί να ονομάσουμε « ποιητικότητα » και « ποιητικοποίηση » και πώς λειτουργεί αυτή σε όλα τα εκφραστικά είδη, είτε των εικαστικών τεχνών, της μουσικής, του θεάτρου, της γραφής και της αρχιτεκτονικής. Θα έλεγα μάλιστα και μέσα στη ζωή την ίδια όπως την διαμορφώνουμε.». Η +ολική διαμόρφωση μιας δημιουργικής τέτοιας πρότασης, εγγράφεται στη λογική της ιδεολογικής οικειοποίησης κι αντιπαράθεσης διαφορετικών μορφών έκφρασης σε διάλογο μεταξύ τους. Δημιουργική τέτοια αντιπαράθεση που να ανοίξει τον μεταξύ τους διάλογο επί της ουσίας έτσι που να ισχυροποίηση τη σχέση τους με χαρακτηριστικά συγγενικότητας.
Έτσι, στο μαρμάρινο γλυπτό μου, τα κεφάλια ξεπηδάνε από το έδαφος με μια αδρή γλυπτική γραφή, συνεχίζουν με πιο ρεαλιστικές προσεγγίσεις έως που φτάνουν στον φωτορεαλισμό για να διαλυθούν σε αφαιρετικές φόρμες – από τον άγριο εξπρεσιονισμό, στον ρεαλισμό στην αφαίρεση όλα σε ένα γλυπτό, με στόχο Το ερωτηματικό της Γης ν’ ανταποκριθεί στην ευθύνη του τίτλου του. Στη σειρά Mediassemblages, ( πρώτη παρουσία το 1983 ), χρησιμοποίησα πολλούς τύπους εικόνων μέσα στη +ολική παρουσία αυτής της σειράς. Χρειαζότανε να δημιουργήσω ένα σχόλιο γι’ αυτά τα υλικά στην Ελλάδα μια που εκείνη και μόνον την στιγμή άρχιζε να κατακλύζεται/κυριαρχείται από τα πολύχρωμα τυπογραφικά μέσα μαζικής ενημέρωσης. Έτσι τα περιοδικά και οι έγχρωμοι κατάλογοι είναι που δώσανε το πρωταρχικό υλικό και κατεύθυναν τις συνθέσεις – πάντα βέβαια μέσα από το δικό μου επιλεκτικό, παρεμβατικό, κριτικό, σαρκαστικό μάτι. Υπήρχαν διαφορετικά στυλ και μορφικές προσεγγίσεις του κολάζ και του assemblage, αλλά εννοιολογικά ενωνόντουσαν με την κριτική έννοια της υπαλλαγής, την δεικτική χρήση κάποιων πολύχρωμων θεμάτων και την +ολική πρόθεση απέναντι στα πολύχρωμα μέσα εκείνης της εποχής. Στις μεγάλες εγκαταστάσεις +ολικές προτάσεις Λαβύρινθος ή το κενό μνημείο, το σημαντικό ήταν να διέλθει ο θεατής ανάμεσα στα περάσματα από διαφανείς καθρέφτες, να αντικαθρεφτιστεί αλλά να συναντήσει λόγω διαφάνειας και τον θεατή της άλλης πλευράς, άλλοτε διαβάζοντας το κείμενο του Καστοριάδη που συμμετείχε σε ένα κοινό έργο μας κι άλλοτε παρατηρώντας κάποια περίεργα δικά μου έργα έως και ένα πανό διαδήλωσης με σπασμένα κεφάλια από ελαφρύ υλικό που συνέθεταν ένα σύνθημα και όλα μαζί για να γιορτάσουμε τα 200 χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης μέσα κι έξω από το Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας. Ετερόκλιτα στοιχεία σε μια διαδρομή αναγνώρισης του ουσιαστικού στοιχείου της επικοινωνίας που αναπτύχθηκε σε τρεις μεγάλες ατομικές μου εκθέσεις με αποκορύφωμα το Τελετουργία του 20ού αιώνα. Το ίδιο και στα Ενεργειακά πεδία, +ολικές προτάσεις παρουσίασης Τέχνης-Τεχνολογίας, όπου κυρίαρχη προσέγγιση για την κατασκευή ενός έργου ήτανε το κατά πόσο θα αφήνει στα μάτια του θεατή να φαίνεται ο κεραυνός σωστά. Τα υπόλοιπα δε βρισκόντουσαν μέσα στις επιλεγμένες προτεραιότητές μου. Όλα μαζί λοιπόν τα έργα στα Ενεργειακά πεδία, δίνανε το τελικό οπτικό/ηχητικό ενορχηστρωμένο περιβάλλον όπου ο κεραυνός αποκτούσε την μεγαλύτερη ελευθερία του και δημιουργική του παρουσία και οντότητα. Αισθητικά λοιπόν, ενώ ένα-ένα τα έργα είναι αναγνωρίσιμα ως αναφορά τον δημιουργό τους, φέρουν διαφορετικές αισθητικές καταβολές/αναφορές άλλα δε παρουσιάζονται σαν επίτοιχα, άλλα σαν κατασκευές, άλλα σαν περιβάλλοντα πάντα με κύριο μέλημα τον διάλογο μεταξύ τους αλλά και με μοναδικό στόχο τη λάμψη των κεραυνών στα μάτια των θεατών. Αυτό είναι ακριβώς η απελευθέρωση από τις κλειστές φόρμες όπως επίσης και η στόχευση της επανεννοιοδότησης ή της εύρεσης της ουσίας.
Όπως στο τέλος του ποιητικού μου βιβλίου, Αποσπάσματα του Κωστή, υπάρχει ένα κείμενο που αναφέρεται στην έκδοση, έτσι και στο μαρμάρινο γλυπτό και στις εγκαταστάσεις ένα κείμενο συνοδεύει πάντα αυτή την πράξη, παράλληλα κι αυτόνομα δρώντας. Η παρουσίαση αυτή λοιπόν, ο τρόπος της και το αποτέλεσμά της είναι σημαντικό και παρεμβαίνει, για παράδειγμα στο ερώτημα τι είναι βιβλίο, όπως και τι είναι μια έκθεση, όπως και το ποια είναι η αφηγηματική εκείνη προσέγγιση που να δίνει στα αποσπάσματα μια άλλη ανάγνωση. Έτσι απαντάει στην αφήγηση και παρεμβαίνει εννοιοδοτώντας τα αποσπάσματά της. Και μάλιστα όχι σαν θραύσματα τυχαία, αλλά τέτοια που δημιουργούν μια άλλη συνολική επανανάγνωση. Αυτή η +ολική παρουσία της ποίησης μπορεί να γίνει, όποτε χρειάζεται στον ποιητή, μέσα σε ένα τόπο/βιβλίο/δρώμενο/βιντεοποίημα και φυσικά σε VJ’s γνωρίζοντας κι ανακτώντας τις ιστορικές καταβολές που διαλέγει κι ελεύθερα να εκφραστεί σε όποια ιστορική φόρμα έτσι που να μην διαιωνίζεται η επιλεγμένη φόρμα για να εγκλωβίζει, αλλά να ασκεί τα καθήκοντά της για να επιτύχει η έκφραση της πλέον δυνατής παρουσίας της. Αυτή η συγκατοίκηση που προτείνω σε έναν τόπο, βιβλίο, γλυπτό ή το διαδίκτυο, σε μια χώρα, το ανθρώπινο κορμί, τις πέντε γλώσσες, σε ένα βιβλίο και τις πέντε αισθήσεις, σε ένα κορμί και τις πέντε ηπείρους μπορεί να κινητοποιηθεί δημιουργικά μόνον μέσα από την απελευθέρωση από τα κλειστά αισθητικά δόγματα, μόνον μέσα από την δυνατότητα να γεννηθούν καινούριες προσεγγίσεις μέσα από την γνώση που έχουμε για την παγκόσμια ιστορία της ποίησης και της τέχνης. Έτσι για μένα περιγράφεται το προσωπικό ύφος παρουσίασης κι εγγραφής του κάθε ποιήματος ή ποιητικής πρακτικής. Αυτή είναι η εννοιολογική μου κατεύθυνση σε έναν επιλεγμένο δι-αισθητικό διάλογο. Το εντοπίζω σαν ένα συνεχές δημιουργικό ζητούμενο του μοντερνισμού, που αντλεί από τις πηγές των αισθητικών ρευμάτων έχοντας την ελευθερία να είναι +ολικά ανθρώπινο το δημιουργικό πρόταγμα. Έτσι, λοιπόν, δεν είναι πέρα από τα αισθητικά προτάγματα ή στυλ, αλλά αντίθετα κάθε φορά τιμώντας/ορίζοντας/επαναπροσδιορίζοντας διαφορετικά αισθητικά χαρακτηριστικά και θεωρώντας την +ολική έκφραση προσπάθεια συνέχισης κι έρευνας εκφραστικής αυτών των επιλεγμένων μορφών σε εξέλιξη. Έτσι, καινούριες αλληλουχίες εκφραστικές ορίζουν μια αισθητική σύμπλεξη/συμπόρευση σε δρόμους απελευθερωμένους. Όλα δεν κολλάνε με όλα, το σημερινό ανακάτωμα δεν είναι απελευθερωμένο. Αντίθετα κρύβει την ιδεολογία του μεταμοντέρνου σχετικισμού και δεν ορίζει μια ιδεολογική και αισθητική προσέγγιση. Ποιητική πρόταση με έναν εννοιολογικό καθορισμό τέτοιο που το παιχνίδι να γίνεται η δουλειά των ποιητών!
Το ότι υπάρχει ιστορία των κοινωνιών, σημαίνει αλλαγές που καταγράφονται. Μπορούμε να σκεφτούμε την ποίηση και την τέχνη χωρίς ιστορία - δηλαδή χωρίς αλλαγές; Σήμερα με τους γρήγορους ρυθμούς εναλλαγών και ρυθμών ζωής, η ποίηση και η τέχνη έχει μπει σε διαδικασία γοργής ενσωμάτωσης, μετάλλαξης για να εκφράσει ένα όχημα που κινείται εικονικά, που διαδρά στιγμιαία με τον χρήστη/αναγνώστη, που βρίσκεται στην άλλη πλευρά του πλανήτη και ο χώρος αυτός στον οποίο γίνεται όλο αυτό το ψηφιακό γεγονός είναι άυλος. Υπάρχουν κάποιοι περίοδοι που εμφανίζονται ανανεωτές/πρωτοπόροι ποιητές και καλλιτέχνες, αλλιώς τι ιστορία θα υπήρχε; Ιστορία της επανάληψης, της ομοιότητας ή θεματικής μόνον προσέγγισης και στυλιστικής ομοιογένειας; Θα ήτανε λογικό αυτοί οι πρωτοπόροι να είναι αυτοί που μένουν στην Ιστορία μια που χάραξαν μονοπάτια – σήμερα στην Ελλάδα γίνεται το ανάποδο, τους ξεχνάμε αυτούς που με μια ανανεωτική αίσθηση ανατροπής κατέθεσαν την ποιητική/καλλιτεχνική τους διαδρομή.
Αν δεν είχαν προϋπάρξει αυτοί οι ποιητές και καλλιτέχνες που μας πέρασαν από την άλλη πλευρά της ποίησης, της τέχνης και της ζωής, δεν θα είχε σήμερα νόημα να προσπαθούμε να μιλήσουμε σε βάθος για την ποιητική/καλλιτεχνική έρευνα και την εκάστοτε πρωτοπορία για να φτάσουμε μάλιστα σήμερα να αναζητούμε το μετά! Έτσι πρέπει να μελετήσουμε την διεθνή και τοπική πρωτοποριακή ποίηση και τέχνη και τα σημαντικά βήματα που γίνανε, θα πρέπει λοιπόν να αναφερθούμε σε ποιητές και καλλιτέχνες διεξοδικά. Η ποιητική επικοινωνία ψάχνει πάντοτε απάτητα μονοπάτια. Στόχος ένας ορίζοντας με μια νέα πολυδιάστατη σύνταξη/αίσθηση, πολυποιητική - σύνταξη μιας έκφρασης που χρησιμοποιεί ό,τι και το ανθρώπινο κορμί. Τον ήχο, την εικόνα, την ανάγνωση, την κατανόηση, τις μυστικές αισθήσεις και όλα αυτά μαζί. Ποίηση και τέχνη σημαίνει πολλά πράγματα. Αν ζητήσεις ποιητική αίσθηση πού ακριβώς θα την βρεις; Μέσα σε ποιο βιβλίο - αν βρίσκεται μόνον μέσα σε ένα βιβλίο! - κρύβεται αυτή η περίεργη αίσθηση και πώς θα την διαλέξεις και τι θα είναι αυτή η ανανεωτική αίσθηση επαναπροσδιορισμού της ποιητικής; Γιατί τίποτα δεν ανανεώνεται;
Ξαναδιαβάζοντας αυτά που υπάρχουν και δίνοντας εκφραστική δυνατότητα σε κέλυφος που περικλείει όμοια αλλά και ετερόκλιτα είναι μια έγκυος/έκρυθμη στιγμή που αναμένεις πέντε διαφορετικά στοιχεία από μια μόνον γέννα - όλα μέσα στο ίδιο κέλυφος ζωής/ανάγνωσης. Ανάμεσα στις φόρμες για να φανεί/να αναδειχθεί το ελεύθερο πνεύμα και στυλ μέσα σ’ αυτό το κέλυφος, μακριά από φορμαλιστικές καθηλώσεις. Ανάμεσα στις φόρμες με ελευθερία έτσι που να δημιουργηθεί κέλυφος με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό ή ένα ιδιαίτερο ιδίωμα ή μια ταυτότητά του. Έτσι παράγεται αισθητική, μια ποιητική αντιμετώπιση τέτοια που η επανανάγνωση των διάφορων επιλεγμένων μορφών να γίνεται το κέλυφος του έργου τέχνης ή του ποιητικού βιβλίου ή ένα νέο αισθητικό σώμα προσέγγισης της δημιουργίας. Καλλιτέχνες/ποιητές/μουσικοί εφαρμόζουν αυτή την δι-αισθητική πρόταση. Αυτή η πρόταση παρουσίασης, αυτό το κέλυφος είναι ένα +ολικό έργο. Και φτάνουμε στον τρόπο σύνθεσης, σε αυτό δηλαδή που ενυπάρχει και ενώνει εσωτερικά όλο το έργο. Αυτό που το κάνει και αναπνέει που το διατηρεί ζωντανό ή που ακόμη το σκοτώνει. Σχέδιο ζωής, αγωνίας, έρευνας, ομορφιάς, ευχαρίστησης, αγώνα, κατάκτησης. Έτσι κι αλλιώς πρέπει να δεχτούμε πως υπάρχει μια ιδιαίτερη ένταση ανάμεσα στην γραπτή λέξη και την εκφωνούμενη /προφορική λέξη, όπως και ανάμεσα στην γραπτή λέξη και το περιεχόμενο στο οποίο εννοιοδοτείτε αυτή η λέξη, όπως και ανάμεσα στην γραπτή λέξη και τη σχέση της με την παρουσίαση του κειμένου.
Η έρευνα για τον άγνωστο Χ στην ποίηση και στην τέχνη, έτσι ώστε να δημιουργήσει ένα +ολικό έργο, με βοήθησε στο να ξεκαθαρίσω την πολυεπίπεδη προσέγγιση απέναντι στην αφήγηση και μου έβαλε αισθητικές επιλογές και περιορισμούς για να ερευνήσω τις εκφραστικές/ποιητικές /πλαστικές ανησυχίες μου.Ένας κόσμος ποίησης. Ένας κόσμος τέχνης. Μια γειτονιά που επικοινωνεί και παίζει και δημιουργεί – διαφορετικοί άνθρωποι σε ετερόκλιτες διαδρομές που συγκροτούν έναν κόσμο με μια συνολική ματιά συγγενικότητας. Πολύ θα ήθελα όλα να οδηγούν στην +ολική παρουσία του ατόμου/καλλιτέχνη/πολίτη. Αυτή η ολοκλήρωση είναι ζητούμενο γεγονός στις μεγάλες επαναστατικές γιορτές/περιόδους, για όσους το έχουν ζήσει, για όσους το έχουν αισθανθεί. Σαν συνέχεια της έκφρασης στην βράση κολλάει το σίδερο αλλά και σαν ευχή δική μου για ένα μέλλον με +ολικό πανανθρώπινο όραμα.
*Απόσπασμα από το κείμενο: άγνωστος Χ στην ποίηση. Παρουσιάστηκε στο 30ο Συμπόσιο Ποίησης, τον Ιούλιο του 2010, στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας.
Sensation totale+
Depuis 1974, date de publication de mon livre poétique Fragments de Costis chez L. Giovanis, et jusqu'à aujourd'hui, j’ai besoin de/ j’utilise une approche esthétique que j'appréhende comme proposition totale+. J'utilise cette graphie non pas par jeu, mais pour établir une différenciation, le mot ‘total’ ayant été déjà érigé en concept. Par le biais de ce texte je tenterai de présenter leurs différences, tout en mettant en évidence leurs complémentarités. Mais revenons aux Fragments. Les Fragments furent présentés par l’intermédiaire d’une poétique totale+: une poétique qui évolue en permanence dans les pages d'un livre. J’utilisai la même méthode pour créer la sculpture Point d'interrogation de la terre, pour monter mes expositions Médiassemblages et Solidification de la fluidité, mes installations Labyrinthe ou le mouvement vide et Champ électrique. Cette approche fut, dès le départ, de nature duelle: à la fois proposition de présentation et de composition d'une œuvre qu’approche/proposition totale+ de vie. Une œuvre d'art totale+.
C’est donc dans mon premier livre poétique que j’organise une telle approche de relecture des figures formelles historiques qui m’inspirent; ce livre contient des bribes de mes livres inédits, des graffitis, des exhortations vis-à-vis du lecteur, mais aussi des pensées relatives à la praxis même de l’édition; on y trouve également des propos d’autres écrivains, propos ayant subi une singulière intervention. Ainsi la poésie/l’art s’immiscent dans la vie et la vie s’introduit dans la poésie/l’art. Je n’ai pas peur du nouveau dans la sensation poétique mais de l’ancien –et de tous ceux qui s’abritent derrière lui, derrière l’ordre établi, la sûreté. Aujourd’hui le chemin maintes fois frayé est une autoroute: gare aux automobilistes pressés! Au-dessus, en-dessous, autour et au-delà de chaque scène du passé, il y a toujours place pour des nouvelles approches et méthodes, de nouveaux messages –oui, et telle est également mon approche totale+.
La praxis artistique avec des matériaux donnés –par exemple rédiger des poèmes avec des mots, peindre avec des couleurs, créer des sculptures avec des matériaux tridimensionnels n’est qu’une possibilité, un cas de figure; faire en sorte que tous ces matériaux communiquent entre eux d’une manière totale+, intégrant un dialogue interne, constitue un tout autre cas. La conceptualité qui relie 40 poèmes dans un livre, 15 têtes de marbre dans une sculpture, 20 tableaux et 5 sculptures dans une exposition les rend vivants, interventionnels et explosifs! Je voudrais souligner là que je n’ai pas toujours poursuivi ce chemin. Mais chaque fois que j’optai pour cette approche, les réactions étaient vives et allaient à l’essentiel: une maïeutique en découlait facilitant le dialogue ainsi que la communication poétique/artistique. Cette approche m’a préoccupé/ déconcerté. Je désirais avant toute chose essentialiser/ objectiver le récit fragmenté.
L’œuvre poly-art, appelée également œuvre d’art totale, qui va au-delà des limites données pour dialoguer avec un autre art, ne se confond pas avec ce que je propose, de manière intuitive* (en grec *δι-αισθητικά= di-esthétique=via les théories esthétiques avec lesquelles je choisis de dialoguer) comme total+. Il s’agit de deux approches/propositions différentes. La première donne lieu à une œuvre combinant divers médiums artistiques; celle qui m’occupe ici considère la première comme une condition esthétique/artistique du début du 20ème siècle, de même que tous les autres courants esthétiques sont les conditions de celle-ci. A ne pas confondre, d’une part, la synergie entre les arts, le mixage, le jaming, le collage, l’assemblage, le théâtre, le cinéma, la danse, ou encore les expressions ‘poly-art’ archaïques et, d’autre part, le total +, qui souvent apparaît dans un genre d’art comme une proposition stylistique esthétique. Que les arts dialoguent entre eux ne suffit pas à créer une œuvre d’art totale+; cela s’appelle un mixage d’arts et de sensations, une œuvre multimédia, une œuvre totale. Cela s’apparente à la conception du collage, lorsque par exemple, un musicien choisit trois motifs musicaux (populaire, classique, électronique) et les unit, quand un poète produit un poème en soudant des bouts de vers. Par contre, une approche conceptuelle totale+, donnerait lieu à la présentation autonome, dans un même espace, de ces trois motifs musicaux, joués par la même personne, en même temps!
La pratique du collage comme concept a été également utilisée en poésie, aussi bien par les Dadaïstes européens que l’Américain William Burroughs dans ses textes qui incorporent d’autres bribes de texte, par Claude Pelieu en France, par Jiri Kolar dans ses poésies ‘poétistes’, par les adeptes de la poésie visuelle et évidemment par John Cage dans son célèbre Empty Words, un mixage de mots et de syllabes dû au hasard. C’est dans cette même perspective polypoétique expérimentale que s’inscrit également le Poème électronique de Iannis Xenakis pour le pavillon de Philips à l’Exposition Universelle de 1958. Les arts plastiques s’approprient aussi bien la poésie que le réel, transforment ce dernier en art. Pourquoi la poésie ne s’approprierait-elle pas, avec ses propres matériaux, le quotidien, pour le transformer, le poétiser et ainsi intervenir –le langage et ses concepts y étant de toute manière omniprésents?
Une œuvre d’art totale + existe aussi dans la conception ‘totale’ de l’œuvre d’art, telle qu’elle est décrite par de nombreux artistes et poètes. Ces phrases grincheuses ne me plaisent point ; reste que les différences sont subtiles et elles doivent être clarifiées et définies. Les propositions totales+ introduisent une rupture avec la pratique institutionnelle et entament un dialogue avec le spectateur au-delà des schèmes conceptuels établis. G. Papaïoannou disait que «…un tel offre sa peinture, un tel sa poésie, un tel sa musique et ainsi naît une œuvre d’ensemble». Ceci n’est pas l’œuvre totale+ dont je débats, reste que les dispositions esthétiques sont là, comme cela a été susmentionné, et qu’un poète/artiste peut, s’il en ressent le besoin, puisant dans toutes ces propositions qui existent, créer une œuvre totale+.
L’être humain est une œuvre totale+. Avec le premier homme qui crée, quelles esthétiques pouvons-nous postuler, quand l’exigence d’une esthétique n’était certainement pas à l’ordre du jour! L’œuvre ‘poly-art’ en tant que cérémonie chez les peuples primitifs induisait un dialogue mystagogique entre diverses formes d’art. Je veux que l’art soit créatif, expérimental, libéré; qu’il tente de développer/ renouveler son langage, quitte à n’utiliser qu’une seule forme d’art. De toute manière la musique, le langage et la comédie coopèrent, et le résultat s’appelle théâtre ou cinéma, et fonctionnent comme des genres/ figures autonomes. Est-ce qu’être absolu sous-entendrait conservatisme? Dans l’avenir, une nouvelle forme d’art autonome pourrait incorporer des genres ‘poly-art’ mais aussi des propositions esthétiques totales+, dans le cadre d’une conception totale de l’art. Le poète Nanos Valaoritis, dans son texte inédit De la poésie (2004) écrit: «…la poésie est comme l’amour un élément démoniaque qui unit le divin et inconcevable mystère du monde au quotidien des hommes et elle seule est capable de le révéler dans sa plénitude. Ici, nous ne nous référons pas seulement à la poésie prise en son sens étroit de genre littéraire, sous les formes qu’elle a emprunté le long des siècles et telles qu’elles ont pu se transformer avec le passage du temps, mais à son essence ou esprit qu’on peut également nommer ‘poétique’ et ‘poétisation’, et comment celle-ci est à l’œuvre dans tous les genres artistiques, que ce soit dans les arts-plastiques, la musique, le théâtre, l’écriture ou encore l’architecture. J’ajouterai même dans la vie même, telle que nous la configurons.». La configuration totale+ d’une telle proposition créative s’inscrit dans la logique de l’idéologie d’appropriation et de confrontation de diverses formes d’expressions en dialogue entre elles. Confrontation féconde qui peut instaurer un vrai dialogue entre elles, consolidant leur rapport en y injectant des traits d’affinité.
Ainsi, dans ma sculpture de marbre, les têtes bondissent du sol, en une écriture tridimensionnelle ‘grossière’, continuent selon une approche plus réaliste, atteignent un niveau de photoréalisme, avant de se résoudre en des formes abstraites –elles suivent donc un chemin qui va de l’expressionnisme sauvage au réalisme, pour parvenir à l’abstraction, tout ça en une seule sculpture, de sorte à ce que Le point d’interrogation de la terre ‘réponde’ aux exigences induites par son titre. Dans la série des Médiassemblages (présentés pour la première fois en 1983), j’utilisai plusieurs types d’images lors de la présentation totale+ de cette série. A l’époque, la Grèce est envahie par la publication d’une myriade de magazines de masse et un commentaire sur les matériaux typographiques multicolores utilisés s’imposait. Ainsi ce sont les magazines et les catalogues en couleurs qui constituèrent le matériau premier de mes compositions, ordonné bien évidemment de manière sélective, interventionniste, critique et sarcastique. Il y avait divers styles et diverses approches du collage et de l’assemblage; toutes cependant se raccordaient sur le concept critique de l’hypallage, l’usage ironique de certains sujets multicolores et l’approche totale+ en réaction aux médias colorés de l’époque. Dans mes installations à grande échelle, mes propositions totales+ (comme Labyrinthe ou le monument vide), ce qui importait c’était le parcours du spectateur entre les passages, vrais miroirs transparents, c’était la rencontre avec son reflet et le spectateur face à lui, rendue possible grâce à la transparence; cela était rendu possible soit en lisant le texte de Castoriadis –nous créions une œuvre commune– soit en contemplant certaines de mes œuvres étranges, comme par exemple ce panneau de manifestation aux têtes cassées conçues dans un matériau léger, qui composaient un slogan; le tout, fêtait le bicentenaire de la Révolution française, au-dedans et en dehors de l’Institut français d’Athènes. Des éléments hétéroclites dans un parcours conçu pour détecter l’élément de communication, développé dans trois expositions personnelles, culminant dans la Cérémonie du 20ème siècle. Même chose pour les Champs d’énergie, propositions totales+ de présentation d’Art et Technologie. Là, ce qui primait, c’était construire l’œuvre de sorte que l’éclair fusse perçu par le spectateur de manière appropriée. Ainsi, dans les Champs d’énergie, tout concourait pour que l’éclair trouve sa liberté la plus grande et sa présence créative, dans un espace acoustique et visuel orchestré de manière singulière. Alors que les œuvres de par leur esthétique pouvaient être attribuées à un créateur spécifique, elles véhiculaient en même différentes esthétiques, puisaient leur inspiration dans divers mouvements. Ce sont des œuvres murales mais aussi des constructions, des installations. Ma préoccupation principale est le dialogue et le miroitement de l’éclair dans les yeux du spectateur. L’éclosion des formes closes. La volonté de redonner sens ou, si vous préférez, partir à la recherche de l’essentiel.
Fragments de Costis contient à sa fin un texte qui se réfère à l’édition; de même ma sculpture de marbre et mes installations sont accompagnées d’un texte, qui fonctionne aussi de manière autonome. Cette présentation, sa manière et son résultat sont importants car ils ‘bousculent’ la question qu’est-ce qu’un livre, qu’est-ce une exposition, quelle est l’approche narrative qui donne lieu à une autre lecture des fragments. Elle répond ainsi à la narration et intervient en donnant sens à ses fragments. Non pas en tant que bribes accidentelles, mais des bribes qui créent une autre relecture totale. Cette présence totale+ de la poésie peut se réaliser, chaque fois qu’elle est jugée utile par le poète, dans un lieu/ livre/ performance/ vidéo-poème, ou bien évidemment par un VJ, faisant siennes et recueillant les origines historiques qu’il choisit, s’exprimant librement dans n’importe quelle forme, de sorte à ce que la forme choisie ne soit plus dupliquée à l’infini pour ‘enfermer’, mais pour que la poétique se fasse pleinement sentir. Cette 'cohabitation' que je propose dans un lieu, un livre, une sculpture ou sur Internet, un pays, un corps humain, les cinq langues, dans un livre et les cinq sens dans un corps, ne peut être source de créativité que grâce à un dépassement des dogmatismes esthétiques hermétiques, grâce à de nouvelles approches qui peuvent surgir par notre connaissance de l’histoire universelle de la poésie et de l’art. En ce qui me concerne, c’est ainsi que j’appréhende le style personnel de présentation et d’inscription de chaque poème ou pratique poétique. C’est mon approche conceptuelle dans un dialogue di-esthétique choisi. Je conçois cela comme un desideratum créatif continu du modernisme, qui puise aux sources des courants esthétiques, l’impératif créatif ayant la liberté d’être totalement+ humain –ceci est ma position créative! Je ne nie pas les mouvements ou styles esthétiques, mais, à chaque fois, j’essaie de rendre hommage/ définir /redéfinir différentes caractéristiques esthétiques; je considère l’expression totale+ comme une tentative de continuation et de recherche expressive de ces formes ‘en devenir’ choisies. Ainsi de nouvelles séquences expressives définissent un engagement esthétique, une marche, en des chemins déblayés. Tout ne colle pas à tout; le pêle-mêle d’aujourd’hui n’est plus libre. Au contraire, s’y cache l’idéologie du relativisme postmoderne; nulle approche idéologique ou esthétique n’est définie. Renversons la situation: qu’une proposition poétique aille de pair avec une définition conceptuelle telle que le jeu devienne affaire de poètes!
Le fait qu’une histoire des sociétés existe, cela présuppose des changements inventoriés. Pouvons nous concevoir la poésie ou l’art sans histoire –c'est-à-dire sans changements? Aujourd’hui, avec les rythmes accélérés, de changements et de vie, l’art et la poésie se sont engagés en un processus d’incorporation rapide, de transformation, pour désigner quelque chose qui se meut virtuellement, qui interagit instantanément avec l’usager/ lecteur, qui se trouve à l’autre bout de la planète et cet espace où cet événement virtuel a lieu est immatériel. Il existe des périodes où des poètes, artistes révolutionnaires/ avant-gardistes apparaissent –autrement quel genre d’histoire existerait! Une histoire de la répétition, de la similitude, ou de l’approche uniquement thématique et de l’uniformité stylistique! Ces pionniers devraient entrer dans/ être l’histoire, vu que ce sont eux qui frayent des chemins. Mais en Grèce c’est le contraire qui advient: nous les oublions, ceux-là même qui, avec un désir de renouveau subversif, nous ont légué leur parcours poétique/ artistique.
Si ces poètes et artistes ne nous avaient pas précédé, ne nous avaient pas emmenés de l’autre côté de la poésie, de l’art et de la vie, discuter en profondeur à propos de recherche poétique/artistique et d’avant-gardes –et de surcroît partir à la recherche de l’après– n’aurait, aujourd’hui, aucun sens! Ainsi, il nous faut étudier la poésie et l’art avant-gardiste tout aussi au niveau national que global, prendre conscience des pas significatifs qui ont été effectués; il nous faudra dresser une liste exhaustive de ces artistes. La communication poétique cherche toujours à se déployer hors des sentiers battus. Notre objectif: un horizon avec une composition/sensation poly-dimensionnelle, une composition poly-poétique d’une expression qui use de tout ce qu’utilise un corps humain. Le son, l’image, la lecture, la compréhension, les sens secrets –simultanément. Poésie et art signifient une myriade de choses. Si vous recherchez une sensation poétique, où la trouverez-vous? Dans quel livre –quand bien même elle ne se trouverait que dans un seul livre– se cacherait cette sensation étrange, et comment la choisirez-vous, et quelle serait cette sensation de renouveau, de redéfinition de la poétique? Rien ne se renouvelle? Relire ce qui existe et conférer une possibilité expressive à une coquille qui contient des choses semblables et hétéroclites constitue un moment dynamique/ fécond d’où écloront cinq éléments différents issus d’un seul accouchement –le tout dans cette même coquille de vie/ lecture. Entre les formes, pour que l’esprit et le style libres apparaissent/se dévoilent, au-delà des carcans formalistes. Entre les formes, librement, pour que se crée une coquille particulière ou un idiome spécial ou encore une identité. C’est ainsi que se génère l’esthétique, une attitude poétique telle que la relecture des diverses formes choisies devienne cette coquille de l’œuvre d’art ou du livre poétique ou un nouveau corpus esthétique qui effleure la création. Artistes/ poètes/ musiciens mettent en œuvre cette proposition di-esthétique. Cette proposition de présentation, cette coquille est une œuvre totale+. Et nous en arrivons à la manière de composer, c'est-à-dire ce qui sous-tend et unit du dedans l’œuvre. Ce qui la tient en vie ou, à l'inverse, la tue. Projet de vie, d'angoisse, de recherche, de beauté, de plaisir, de combat, de conquête. De toute façon nous devons accepter qu'il existe une tension spéciale entre le mot écrit et le mot dit/parlé, ainsi qu' entre le mot écrit et le contexte qui donne sens, ainsi qu'entre ce mot écrit et sa relation avec la présentation du texte.
La recherche de l’inconnue X en poésie et en art, pour créer une œuvre totale+, m’a aidé à clarifier l’approche multi-dimensionnelle face à la narration, m’a imposé des choix esthétiques et posé des limites pour explorer mes soucis plastiques/poétiques/expressifs. Un monde de poésie. Un monde d’art. Un quartier qui communique, joue et crée; différentes personnes prises dans des trajectoires disparates qui constituent un monde dans un regard de parenté. J’aimerai que tout puisse mener à la présence totale+ de la personne/ artiste/ citoyen. Cette plénitude est événement désiré dans les grandes fêtes/périodes révolutionnaires –pour tous ceux qui l'on vécu, pour tous ceux qui l'ont ressenti. Comme une continuité de l'expression battre le fer pendant qu'il est chaud, mais aussi mon vœu à moi pour une vision d'un avenir pan-humaniste total+.
Traduit du grecque par Myrto Digoni.
Extrait du texte L'inconnue X en poésie. Présenté lors du 30ème Symposium de Poésie, Université de Patras, juillet 2010.
+total sensation*
Since 1974, publication date of my poetry book, Fragments of Costis, L. Giovanis editions, until today, I (need to) use an aesthetic approach understood as an +total proposition. I use this graph not as a game, but in order to differentiate it from the word “total”, having already an established concept. In this text I try to present their differences as well as their relation of complementarity. But, let’s go back to the Fragments. It was presented as a +total poetics, a poetics in progress inside the pages of a book. I used the same method for the sculpture The question mark of the earth, in my exhibitions Médiassemblages and Solidification of fluidity, in my installations Labyrinth or the empty monument and Electric field. This approach has been twofold since the beginning: proposition of presentation and composition of a work as well as a +total approach/proposition of life. A +total work of art.
Hence, it is in my first poetry book where I organise such an approach of second reading of the historic forms of expression that inspire me; this book contains parts of my unpublished books, graffiti, advice for the readers, as well as thoughts related to the very praxis of publication; there are also parts of other writers subjected to a particular adjustment. In this manner, poetry/art interferes with life and life gets involved in poetry/art. I am not afraid of the new in the poetic sensation but of the ancient – and of all which take refuge in it, the established order, the safety. Today, the highroad is a freeway; please, mind the hasty drivers! Above, bellow, around and beyond all scenes of the past, there is always a place for new approaches and methods, for new messages – yes, this is also my +total approach.
The artistic praxis with given materials –for example, writing poems with words, painting with colours, making sculptures with tridimensional materials– is just a possibility, an option of form; creating in a way that all these materials could communicate between themselves in a +total manner, integrating an internal dialogue, is a different case. The conceptualisation that unifies 40 poems in a book, 15 marble heads in one sculpture, 20 paintings and 5 sculptures in one exhibition turns them alive, interventional and explosive! I would to pinpoint that I didn’t always follow this path. However, every time I chose this approach, the reactions were intense and substantial; a sort of maieutic resulted from it facilitating the dialogue as well as the poetic/artistic communication. This approach concerned/puzzled me. I would like above all to substantialise/objectivise the fragmented narration.
The multi-artwork, also called total artwork, which goes beyond the given limits in order to dialogue with another art, is not be confused with what I propose intuitively (in Greek δι-αισθητικά = di-aesthetics = through the aesthetic theories which I choose to dialogue with) as +total. These are two different approaches/propositions. The first constitutes a work combining various artistic media; what I am up to here takes it that the first one is an aesthetic/artistic condition of the beginning of the 20th century as well as all other aesthetic movements. We should not confuse, on the one hand, the synergy between the arts, mix, jamming, collage, assemblage, theatre, cinema, dancing, or even the archaic “multi-artistic” expressions, et, on the other hand, the +total, which emerges frequently in a single kind of art as a stylistic aesthetic proposition. The fact that the arts dialogue between them is not enough in order to create a +total artwork; this is not a mixture of arts and sensations, a multimedia work, a total work. This is to be found in the conception of collage, since, for example, a musician choses three motifs (popular, classical, electronic) and unifies them, when a poet writes a poem by welding the verses of other poets. On the contrary, a +total conceptual approach would give rise to an autonomous presentation, within the same space, of these three musical motifs, played by the same person at the same time.
The technique of collage as a concept had been also used in poetry, both by the European Dadaists and the American William Burroughs in their texts incorporating others parts of texts, as well as by Claude Pelieu in France, Jiri Kolar in his “poetist” poetry, by the followers of the visual poetry and, of course, by John Cage in his famous Empty Words, a mix of random words and syllables. In the same multi-poetic experimental perspective, is also registered the Poème Electronique of Iannis Xenakis, for the pavilion of Philips at the Universal Exhibition of 1958. The plastic arts assimilate both poetry and reality, turning the latter into art. Why does the poetry not assimilate, with its own materials, the mundane in order to transform it, poeticise it and, in that way, interfere – the language and its concepts being in any case omnipresent?
A +total work of art exists also in the “total” conception of the work of art, as it is described by many artists and poets. I don’t like this kind of verdicts at all; however, the differences are subtle and they should be clarified and defined. The +total propositions introduce a rupture with the institutional practice and start a dialogue with the spectator beyond the established conceptual schemes. G. Papaïoannou said that “someone offers his painting, someone his poetry, someone else his music and this is how an ensemble work is born”. This is not the +total work I was talking about, but the aesthetic dispositions are there, as I have already mentioned, and the poet/artist could, if he/she feels like it, drawing on all these existing propositions, create a +toral work.
The human being is a +total work. Since the first human creation, what kind of aesthetics could one discuss on, when the requirement of aesthetics was certainly not a top priority? The multi-art work as a ceremony in the primitive peoples was initiating a mystic dialogue between different kinds of art. I would like the art to be creative, experimental and free; to try to develop/renovate its language, even if it uses just a single kind of art. At any rate, music, language and acting work together and the result is called theatre or cinema, and they function as autonomous kinds/forms. Would being absolute happens to be conservatist? In the future, a new form of autonomous art could possibly incorporate kinds of “multi-art”, but also +total aesthetic propositions, in the framework of a total conception of art. The poet Nanos Valaoritis, in his unpublished text On poetry (2004) writes: “poetry, like love, is a demoniac element unifying the divine and unconceivable mystery of the world with the everyday life of humans; poetry alone is capable of revealing it in its abundance. Here we are not talking only about poetry conceived in its narrow sense as a literary genre, under the various forms it took over centuries and those that could be transformed into over time, but in its essence or spirit which one could call ‘poetics’ or ‘poeticisation’, and how it functions in all kinds of art, either in plastic arts, or music, theatre, writing, or even architecture. I would also add the life itself as we shape it.” The +total configuration of such a creative proposition is inscribed in the logic of the ideology of appropriation and juxtaposition of different forms of expression being in dialogue between them. It is a fertile juxtaposition which could establish a true dialogue between them, strengthening their relationship through their common characteristics.
Hence, in my marble sculptures, the heads spring from the ground in a rough tridimensional form, they go on according to a more realist approach, even at a photorealist level, before they get resolved in abstract forms – they follow, thus, a path going from savage expressionism to realism and reaching abstraction, and all this in just one sculpture, so that The question mark of the earth meets the requirements of its title. In the series of Médiassemblages (presented for the first time in 1983), I used various types of images during the +total presentation of this series. At that time, Greece has been overrun with the publication of myriads of mass magazines, so a comment on theses multicolour materials was necessary. Therefore, the coloured magazines and catalogues became the first materials of my compositions, of course through a selective, interventionist, critical and sarcastic lens. There were various styles and approaches of collage and assemblage; nevertheless, all of them were connected to the critical concept of hypallage, the ironic use of certain multicoloured subjects and the +total approach against the coloured media of the time. In my large-scale installations, my +total propositions (e.g. the Labyrinth or the empty monument), what was important was the journey of the spectator among passages, true transparent mirrors, his/her encounter with his/her reflection and the face of other spectators thanks to the transparency; this was made possible either through reading Castoriades’s text –who participated in a common work–, or through contemplating some of my strange works, e.g. this protest banner with the broken heads of light material, which was a slogan; the whole project was destined for the celebration of the two-hundredth anniversary of the French Revolution in and outside the French Institute of Athens. There were heteroclite elements in a journey conceived for the identification of the element of communication developed in three personal exhibitions, culminated in the Ceremony of the 20th century. The same also goes for the Energy fields, +total propositions of presentation of Art and Technology. There, the dominant approach was the construction of a work in a way that the lightning could be perceived accurately by the spectator. Hence, in the Energy fields, all elements contributed so that the lightning would entirely free and creative, in an acoustic and visual space uniquely orchestrated. Although the works, because of their aesthetics, could be attributed to a single creator, they conveyed different aesthetics, drawing their inspirations on various movements. They are mural works and at the same time constructions, installations. My principal concern is the dialogue and the reflection of the lightning in the eyes of the spectators. The liberation from closed forms. The will to re-conceptualise or, if you will, to search for the essence.
The Fragments of Costis include in the end a text regarding the publication; similarly, my marble sculpture and my installations are accompanied by a text, standing on its own. This presentation, its manner and its result are important because they beg the question of what a book is, an exhibition, of which is the narrative approach leading to another reading of the fragments. Thus, it answers to the narration and interferes providing meaning to its fragments. Not as accidental parts, but as parts creating another total re-reading. This +total presence of poetry could be carried out, every time the poet takes it as useful, in a space/book/performance/video-poem, or obviously when a VJ as far as he/she knows and recollects the chosen historical origins and he/she expresses him/herself freely in whichever form, so that the chosen form is not duplicated endlessly being restricting, but in order for the poetics to be plainly sensed. This “coexistence” I propose for a space, a book, a sculpture or on Internet, in a country, a human body, the five languages in a book and the five senses in a body, could be the source of creativity only through the overcoming of hermetic aesthetic doctrines, through new approaches that could emerge through our knowledge of the universal history of poetry and art. As far as I am concerned, this is how I grasp the personal style of presentation and registration of all poems and poetic practices. This is my conceptual approach in the chosen di-aesthetic dialogue. I understand that, as a continuous creative desideratum of modernism, which draws on sources of aesthetic movements, the creative imperative is the liberty of being +totally human – this is my creative position! I do not deny the aesthetic movements or styles, but I try every time to honour/define/redefine different aesthetic characteristics; I consider that the +total expression is a tendency for continuation and research on expression of these chosen forms in progress. Hence, new sequences of expression define the aesthetic involvement, a course in liberated routes. Not all things fit together; the mixture nowadays is not free. On the contrary, the ideology of postmodern is hidden in it; no ideological or aesthetic approach is defined. Let’s reverse the situation: let a poetic proposition keep pace with a conceptual definition, in a way that the game becomes a task for poets!
The fact that there is a history of societies means that there is an inventory of changes. Could we conceive a poetry or art without history – i.e. without changes? Today, with the acceleration of rhythms and the rapid changes in lifestyle, art and poetry are involved in a process of fast integration, of transformation, in order to depict something that moves virtually, interacts instantly with a user/reader, who is on the other side of the planet, while this space where this event took place is immaterial. There are some periods where the revolutionary/avant-garde poets and artists emerge – otherwise, what sort of history would be there! A history of repetitions, of similarities or just a thematic approach and stylistic uniformity! These pioneers should enter/be in history, since they are those who carve the pathways. However, in Greece it is the other way round: we forget them, even those who handed on to us their poetic paths with a desire of subversive renewal.
If those poets and artists hadn’t proceeded and taken us to the other side of poetry, art and life, the discussion in depth on the poetic artistic research and on the avant-gardes –so that we arrived to search about what comes next– would have no sense! Thus, we have to study poetry and avant-garde art both at a national and global level and take into consideration the significant steps that have been done; we will have to make an exhaustive list of all these artists. The poetic communication always looks for untrodden paths. Our aim: a horizon with a multi-dimensional composition/sensation, a multi-poetic composition of an expression which uses what the human body uses. The sound, the image, the reading, the comprehension, the secret senses – simultaneously. Poetry and art mean myriad things. If you search for a poetic sensation, where are you going to find it? In which book –anyways, you cannot find it in just one book– this strange sensation would be hidden and how would you choose it and what would be this sensation of renewal, of redefinition of poetics? Nothing is renewed? Reading again what exists and providing a possibility of expression to a shell containing similar and heteroclite things constitutes a dynamic/fertile moment, which would give birth to five different elements – all of them being in the same shell of life/reading. Among the forms in order for the free spirit and style to emerge/reveal themselves, beyond formalist yokes. Among the forms freely so that a particular shell or special idiom or even an identity is created. This is how aesthetics is born, a poetic attitude, so that various chosen forms turn into this shell of the work of art or of the book of poetry or a new aesthetic corpus on creation. Artists/poets/musicians implement this di-aesthetic proposition. This proposition of presentation, this shell, is a +total work. We arrive at the method of composition, namely at what supports and unites the work from inside. This is what keeps it alive or, on the contrary, what kills it. Project of life, of anxiety, of research, of beauty, of pleasure, of combat, of conquest. All the same, we have to accept that there is a particular tension between the written word and the oral/talked word, between the written word and the context that gives meaning to it as well as between this written word and its relation with the presentation of a text.
The research for the unknown X in poetry and in art, for the creation of a +total work, helped me to clarify the multi-dimensional approach with regard to the narration, dictated to me aesthetic choices and set the limits of the inquiry of my concerns regarding plastic arts/poetry/expression. A world of poetry. A world of art. A neighbourhood that communicates, plays and creates; different people in desperate trajectories who constitute a world under the perspective of proximity. I would definitely like them all to lead to the +total presence of the person/artist/citizen. This fulfillment is a desideratum in big celebrations/revolutionary periods – for all those that have experienced it, for all those that have felt it. In continuation of strike while the iron is hot, but also my best wishes for a vision for a pan-human +total future.
Translation: Charalampos Magoulas
*Excerpt of the text The Unknown X in poetry. Presented in the 30th Symposium of Poetry. University of Patras, July 2010.